Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2022

Ταξίδι με ΚΤΕΛμπους Στη Σκιάθο [Μέρος VΙ]

             Πάνω σε ύψωμα στέκεται η μονή της Ευαγγελίστριας Θεοτόκου. Σε ένα υπέροχο τοπίο. Από τη μια, το πευκοδάσος και από την άλλη, καταπράσινοι λόφοι που τρέχουν να βουτήξουν τα πόδια τους στο γαλάζιο των Σποράδων.
            Πέτρα και κεραμίδι αγκάλιαζαν το μοναστήρι. Στον προαύλιο χώρο ένα πηγάδι στολισμένο με άνθη, περιμετρικά το μαγαζί της μονής με διάφορα προϊόντα, τα κελιά των μοναχών και τις γάτες που απολάμβαναν τον ήλιο του μεσημεριού.
Περνώντας το κατώφλι του ναού, ο οποίος χτίστηκε τον 18ο αιώνα, αισθάνεσαι αυτό που θα έπρεπε να αποπνέει κάθε ναός, τη σύνδεση με το θείο, την ανάγκη να βρεθείς με την ανώτερη δύναμη που θεωρείς ότι θα σου δώσει την ελπίδα – όποιος κι αν είναι ο θεός σου – ή θα πάρεις το κουράγιο να συνεχίσεις να ανηφορίζεις τον δρόμο που έχεις επιλέξει.
Σε έναν από τους εξωτερικούς τοίχους των κτηρίων, μια τεράστια εικόνα της Παναγίας στην κορυφή μιας σκάλας γεμάτης βασιλικούς και ορτανσίες και λίγο πιο πέρα η είσοδος του μουσείου, όπου φυλάσσεται η παράδοση του νησιού, της Εκκλησίας, των ανθρώπων που κάποτε πολέμησαν στους Βαλκανικούς Πολέμους.
Τα πλατιά σκαλοπάτια έξω από τη μονή, ανάμεσα στα πεύκα οδηγούσαν στο καφενείο με τις υπέροχες τριανταφυλλιές.
Ένα μικρό λεωφορειάκι του ΚΤΕΛ είχε τακτικά δρομολόγια από και προς το μοναστήρι. Επιστρέφοντας στη χώρα της Σκιάθου, ανεβήκαμε τα σκαλιά του μπαρμπα – Ζαφείρη, για να φθάσουμε στην κορυφή του λόφου εκεί, όπου δεσπόζει ο ναός του Αγ. Νικολάου και το ρολόι – το οποίο, ίσως να είναι το πρώτο πράγμα που παρατηρείς, καθώς το πλοίο πλησιάζει στην προβλήτα.
Από εκεί φαίνεται σχεδόν όλη η χώρα της Σκιάθου. Τα ολόλευκα σπίτια με τις κεραμοσκεπές χτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο, τα πεύκα στον κόλπο και τα δεμένα στην μαρίνα ιστιοφόρα. Μείναμε εκεί, να θαυμάσουμε τη θέα για λίγο και να επισκεφθούμε το μικρό ξωκλήσι, μέχρι να περάσει η ώρα και να ανοίξει το Ναυτικό Μουσείο.
To Μπούρτζι ήταν σαν τις μουσικές καρέκλες. Στεκόμασταν όλοι σαν τα αρπακτικά κοντά στα παγκάκια και με το που σηκωνόταν κάποιος, τρέχαμε να προλάβουμε να καθίσουμε – με τρόπο, αλλά τρέχαμε –, καθότι εκεί ήταν το ιδανικό σημείο για να χαλαρώσεις. Κοίταζες τη θέα και ηρεμούσες και ας μη χανόταν το βλέμμα στα βάθη του ορίζοντα. Ήταν πιθανότερο το βλέμμα σου να παγιδευτεί σε κάποιο ιστίο ή να γαντζωθεί από ένα βράχο, αλλά και πάλι σε εκείνα τα παγκάκια ήθελες να καθίσεις. Να γείρεις το κεφάλι σου στον ώμο του και να απολαύσεις την ηρεμία ενός καλοκαιριού που ξεθώριαζε.
           Σε εκείνο το λόφο, βρίσκεται και το Μουσείο Ναυτικής και Πολιτιστικής Παράδοσης Σκιάθου.
            Το κτήριο όπου στεγάζεται επιβλητικό και η αρχιτεκτονική του ήταν ένα ταξίδι στο παρελθόν. Τότε που τα κτήρια είχαν χαρακτήρα και δεν ήταν ψυχρά κουτιά, βαμμένα με το νοσοκομειακό λευκό χρώμα, κατασκευασμένα για να απομακρύνουν τον επισκέπτη.
            Αν και η Ελλάδα έχει μια μεγάλη ναυτική παράδοση, έχω την αίσθηση πως δεν είναι αρκετοί εκείνοι που επιλέγουν να επισκεφθούν μουσεία της ναυτικής παράδοσης. Στο Μουσείο Ναυτικής Παράδοσης της Σκιάθου, υπάρχουν εκθέματα που καλύπτουν την ναυτική ιστορία του νησιού από τον 19ο αιώνα έως σήμερα.
            Η θάλασσα που είτε αγαπάς για τη χαλάρωση, για τη δροσιά της, για τα προς το ζην που σου προσφέρει, για όσες μέρες στάθηκες σε ένα βράχο για να αδειάσεις τις σκέψεις σου ή να πάρει τα βάσανά σου… Η θάλασσα που κάποτε υπήρξε το παιχνίδι σου, δεν παύει να είναι ένας μυστήριος κόσμος που κάπως σε παρασύρει να τον ανακαλύψεις μέσω των εκθεμάτων και την ιστορία που φέρουν.
           
 [… συνεχίζεται…]