Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2021

Σάλι – Δε Νιού Κίντ Ον Δε Μπλόκ

 Η συνάντηση μου με τη Σάλι ήταν απρόσμενη. Είχα μόλις επιστρέψει από τη λαϊκή, από όπου αγόρασα μια γλάστρα με δυόσμο. Άνοιξα τη σακούλα κι έβγαλα τη γλάστρα, για να την τοποθετήσω στο μπαλκόνι.
Η Σάλι κρυβόταν ανάμεσα στα φύλλα και δεν ήθελα να την ενοχλήσω. Πέρασαν αρκετές ημέρες χωρίς να συναντηθούμε και νόμιζα πως είχε φύγει, παρόλο που είχαν μείνει μερικά σημάδια, όπως κάτι γερές δαγκωματιές στα φύλλα και ίχνη διαδρομών, εκείνη δεν ήταν πουθενά.
Κάτι το τσουχτερό κρύο, κάτι η Σάλι που είχε κάνει δουλίτσα στον δυόσμο, αναγκάστηκα να τον κλαδέψω, μήπως πάρει τα πάνω του και τότε εμφανίστηκε η μικρή μας φίλη που απλώς είχε κουρνιάσει πάνω στο χώμα κάτω από τα κλωνάρια που προ ολίγων δευτερολέπτων είχαν φύλλα.


Σε αυτή τη μάχη, ο αδύναμος ήταν ο δυόσμος και η Σάλι δε θα εγκατέλειπε τόσο εύκολα τα όπλα (γιατί, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, εκείνη τον είδε πρώτη), οπότε αποφάσισα να της φτιάξω ένα σπίτι, για να περνάει το χρόνο της χωρίς να προκαλεί προβλήματα.
Σήμερα ολοκληρώθηκαν οι εργασίες και η Σάλι εγκαταστάθηκε στο σαλέτ της. Γεμάτη ενθουσιασμό, άρχισε να το εξερευνά και όσο να πεις οι βόλτες τής άνοιξαν την όρεξη και κατασπάραξε το μαρουλόφυλλο.


Με αυτά και με ‘κείνα, η νύχτα έπεσε στα νότια και το κορίτσι εξαντλημένο πια από τη μετακόμιση, σκαρφάλωσε στο δέντρο της και κάτω από ένα φύλλο, έστρωσε να κοιμηθεί.



Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2021

Κάτι Μέρες Με Ομίχλη

Δεν ξέρω να χορεύω (σου το έχω πει;), όμως νιώθω τη μουσική μέσα μου.
Η μουσική έχει το μεγαλείο να σε κάνει να νιώθεις την ψυχή σου σαν μπαλκονόπορτα από εκείνες, τις παλιές, τις ξύλινες με τις γρίλιες, τις φρεσκοβαμμένες – συνήθως τα καλοκαίρια, τις περνούσαν ένα χέρι μπογιά οι νοικοκύρηδες για να στεγνώνουν γρήγορα και να μη φαίνεται η ταλαιπωρία από τον χρόνο και την κακοκαιρία. Έτσι να ανοίγει η ψυχή· διάπλατα σαν μπαλκονόπορτα και να βλέπει πέρα από σένα, πέρα από καθετί οικείο, πέρα… σε έναν ορίζοντα απέραντο. Εκεί όπου σαν πουλί εξωτικό ανοίγει τα πολύχρωμα, μεγάλα του φτερά και χορεύει, όπως οι χαρταετοί την Καθαρά Δευτέρα με τον απαλό άνεμο.
Η μουσική… να ‘ξέρες μονάχα πόσο με λυπεί που δεν παίζω πια.
Οι βόλτες μου ταινίες μικρού μήκους. Σκηνές δίχως λόγια, πλημμυρισμένες από νότες. Ακόμα και ο επαίτης, ο μικροαπατεώνας, ο σνομπ, ο κομψός κύριος που απολαμβάνει τον καφέ του διαβάζοντας την εφημερίδα, η κυρία που συζητά με τη φίλη της και γελάει δυνατά, ο κόσμος σε ένα πολυκατάστημα που αναζητά τα προϊόντα που θα ήθελε να αγοράσει ή απλώς, χαζεύει για να περάσει η ώρα, τα εκθέματα των μουσείων που ταξιδεύουν αέναα και εύχεσαι να μπορούσαν να σου αφηγηθούν τις περιπέτειες τους ανά τους αιώνες, τα αυτοκίνητα που βιάζονται να φθάσουν στον προορισμό τους, εκείνος ο ένας περαστικός που θα περπατάει παράλληλα με σένα και θα βρίζει μόνος του για όσα συμβαίνουν ή μια παρέα “μαριδάκια”, τα οποία αδυνατούν να τραβήξουν το βλέμμα τους από το κινητό τους και πέφτουν επάνω σου, όλοι και όλα κρύβουν μια μουσικότητα.
Η μουσική παντού!
Ακόμα και τις μέρες με ομίχλη, όταν περπατώ δίπλα σε τούτη τη λίμνη, που με μια πρώτη ματιά φαίνεται ως ένα μελαγχολικό τοπίο, κάθομαι στο παγκάκι και την κοιτάζω πιο προσεκτικά. Φαντάζομαι πάνω στα νερά της, να ξεδιπλώνονται παρτιτούρες και δεκάδες μπαλαρίνες να χορεύουν. Να γλιστρούν απαλά ακολουθώντας τη μελωδία,  σα μικρές πεταλούδες που ακροβατούν στις δροσοσταλιές της αυγής και σε ‘κείνο το παραμύθι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί, ούτε καλές και σκοτεινές σκέψεις, παρά μόνο η ανάγκη να εντοπίσω την ομορφιά και τη χαρά ακόμα και στις σεκάνς που ουδέποτε υπήρξαν όπως τις ονειρεύτηκα. Να φορέσω τις πουέντ μου και να παρασυρθώ στις “φωνές της άνοιξης”. Να κλείσω τα μάτια, σαν τον άνεμο να πετάξω και, κόβοντας από πάνω μου τα σκοινιά που με αιχμαλωτίζουν σε έναν κόσμο που με έχει κουράσει, να νιώσω εκείνο το maestoso συναίσθημα της πληρότητας που μου προσέφεραν οι ατελείωτες ώρες της ενασχόλησής μου με τις παρτιτούρες ακολουθώντας τη “forza de destino”.
Μόνο να ‘ξερες πόσο με λυπεί που δεν παίζω πια μουσική…



Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2021

Ο Συγκάτοικος

            Ένα απόγευμα, ένας θρασύτατος μικροσκοπικός τύπος είχε κολλήσει στο παράθυρο απειλώντας να μπει στο σπίτι. Δεν του κάναμε το χατίρι, αλλά δε θέλαμε να τον βλάψουμε. Προσπαθήσαμε να τον απομακρύνουμε χωρίς να υπάρξουν αλληλοτραυματισμοί και απώλειες. Κοιμηθήκαμε με την πεποίθηση πως σε εκείνη τη μάχη είχαμε στεφθεί νικητές. Ο απρόσκλητος επισκέπτης είχε φύγει κι εμείς νιώθαμε ευλογημένοι στην τοποθεσία σπίτι μας – σπιτάκι μας.
            Πριν από λίγες ημέρες, καθώς καθάριζα το μπαλκόνι, διεπίστωσα ότι όχι μόνο δεν είχε φύγει, αλλά είχε κατασκηνώσει εκεί. Μάλλον, δεν είχε οικογένεια, ούτε σπίτι. Έτσι, πήρε το σακίδιο του και κατασκήνωσε στην Τρανδεσκάντια Πάλιδα Πουρπουρέα και Κόκκινη Βιλντεμάλβα γωνία. Ίσως εκείνο το απόγευμα να μην προσπαθούσε να εισβάλει στο σπίτι, αλλά να γύρευε παρέα και να βρέθηκε στο παράθυρό μας. Έχουν υπάρξει φορές που τα μέλη της φυλής του ενώθηκαν δημιουργώντας συμμορίες, οι οποίες έδρασαν καταστροφικά, όμως κάτι τέτοιο δεν είναι σύνηθες, καθότι προτιμούν τη μοναχική ζωή.
            Αποφάσισα να τον πλησιάσω ειρηνικά, κουνώντας τη λευκή σημαία. Με κοίταζε φοβισμένος και ολίγον τι τσαμπουκαλεμένος. Μόλις βεβαιώθηκε ότι το μόνο που ήθελα ήταν να τον καλωσορίσω, πρέπει να πήγε η καρδιά του στη θέση της. Εννοείται πως δεν του πήρα κουβέντα, τέτοιο στραβόξυλο που είναι. Δεν έμαθα τίποτα για το παρελθόν του, ούτε καν το όνομά του, οπότε αποφάσισα να τον ονομάσω Τζώνη.
            Βασικά, μπερδεύτηκα. Ήθελα να τον ονομάσω Jiminy (ξέρεις, Jiminythe cricket… από τον Πινόκιο… Δεν τον θυμάσαι;), αλλά είχα την εντύπωση πως τον έλεγαν Τζώνη και όταν το θυμήθηκα ήταν ήδη αργά, γιατί η ονοματοδοσία είχε ήδη γίνει και θα ήταν μεγάλο μπέρδεμα για τον ίδιο κάθε μέρα να τον αποκαλώ με διαφορετικό όνομα. Είναι που είναι δύσκολη η μεταξύ μας επικοινωνία, είπα να μην περιπλέξω τα πράγματα.
            Ο Τζώνη εχθές ένιωσε το κρύο να έρχεται και μεταφέρθηκε στα εσωτερικά φύλλα της Πουρπουρέας. Φώλιασε εκεί για να γλιτώσει από το ψύχος. Δεν είμαι σίγουρη αν θα τα καταφέρει σε περίπτωση κακοκαιρίας, αλλά πλέον με έχει συνηθίσει κι έτσι ανταλλάσσουμε μια καλημέρα, μια καληνύχτα και πολύ μας είναι. Μην τον βλέπεις έτσι μικροσκοπικό, είναι λακωνικός – δεν του αρέσουν οι πολλές κουβέντες.
            Όταν το έμαθε η θεία μου, μου είπε να τον διώξω, γιατί θα μου ρημάξει τα φυτά. Εκείνος, όμως έχει μια ιδιαίτερη προσωπικότητα. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως λάτρης της γκουρμέ ή ακόμα καλύτερα, της μοριακής κουζίνας, γιατί τόσες μέρες δεν βλέπω να υπάρχουν αλλαγές στα φύλλα. Πρέπει να χορταίνει με τη μυρωδιά – δεν εξηγείται αλλιώς.
            Ο νέος μας συγκάτοικος, λοιπόν, είναι το πέμπτο μέλος της οικογένειας, μέχρι να αρχίσει να βγάζει ήχους για να προσκαλέσει ένα ταίρι και να δημιουργήσει τη δική του οικογένεια – ελπίζω σε κάποιο σπίτι δικό τους, για τη σωτηρία των λουλουδιών μου και τη δική μου ψυχική ηρεμία. Ποιος ξέρει ποια θα μας κουβαλήσει! Κι αν είναι φαγανή; Κι αν τα μωρά τους της μοιάσουν κι είναι λαίμαργα; Δε θα μείνει πέταλο και φύλλο όρθιο! Αδίκως, προσπαθώ να φροντίσω τόσα λουλούδια και να τα προστατέψω από τον παγετό, τον καύσωνα, την λειψυδρία, τις πλημμύρες, τους σεισμούς, τους καταποντισμούς. Θα έρθει η οικογένεια Γκρασχοπίδη και θα τα εξολοθρεύσει. Μέχρι τότε ζούμε αρμονικά, ο καθένας στον χώρο του και ο Τζώνη Γκρασχοπίδης νιώθει ευτυχισμένος στην τοποθεσία Πουρπουρέα.



Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2021

Το Τέλος της Πρώτης Νύχτας

* Σε λίγα λεπτά από τώρα η πρώτη νύχτα του νέου έτους θα ανήκει σε χρόνο παρελθοντικό.
* Πώς αισθάνεσαι τώρα που ξεφορτώθηκες το καταραμένο 2020;
* Η ελπίδα του νέου έτους σε ξύπνησε με αχνιστό, αρωματικό καφέ και φρεσκοψημένα κεϊκάκια να φανταστώ;
* Τρομάζω στην ιδέα πως όλα τα υπόλοιπα θα παραμείνουν ίδια.
* Να ‘ξέρες πόσο πλήττω με τη στασιμότητα!
* Απόψε ήθελα να σου γράψω ένα γράμμα, όπως παλιά.
* Δεν προλαβαίνω να το ταχυδρομήσω.
* Εχθές κοιτούσα μαγεμένη τα πυροτεχνήματα από το μπαλκόνι σαν μικρό παιδί που πρώτη φορά έβλεπε τόση λάμψη και χρώματα στον ουρανό.
* Κάτι πιάνει τους ανθρώπους στην αλλαγή και είναι όλο βαρύγδουπες δηλώσεις.
* Κάθε Πρωτοχρονιά και μια νέα αρχή.
* Έφτιαξα και τη λίστα με τις επιθυμίες μου για τις επόμενες 364 ημέρες.
* Μου λείπουν οι συζητήσεις μας.
* Έχεις ακούσει ποτέ τις συνθέσεις του Μιχαήλ Γκλίνκα;
* Απόψε θα ήθελα να βρισκόμουν κάτω από τον έναστρο ουρανό. Ίσως σε κάποια παραλία και να χόρευα ένα βαλς στην ακροθαλασσιά. Το νερό να πότιζε τα κύτταρα μου αλάτι και ιώδιο.
* Ξέρεις, κάποιοι άνθρωποι πιστεύουν πως όποια ευχή και να κάνουν το βράδυ της Πρωτοχρονιάς θα πραγματοποιηθεί. Τι λες να φταίει που η δική μου δεν πιάνει;
* Κάτω από το δέντρο δε βρήκα ούτε δώρο, ούτε κάρβουνο. Τι να σημαίνει άραγε; Ήμουν καλή… κακή… ή μήπως ο Άγιος Βασίλης με ξέχασε;
* Σου έγραψα και κάρτα – ούτε αυτήν ταχυδρόμησα.
* Ήθελα να ήταν ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Το έχεις ανάγκη αυτόν τον καιρό.
* Βαρέθηκα τις κοινότοπες ευχές.
* Σου εύχομαι το 2021 να είναι ένα έτος επαναστατικό για την διεκδίκηση των ονείρων σου.
* Βάλε στο ποτήρι σου κρασί, σήκωσε το και κάνε μια πρόποση για σένα.
* Μην του υπόσχεσαι ό,τι δεν έχεις σκοπό να πραγματοποιήσεις· του δίνεις φρούδες ελπίδες και δεν το αξίζει.
* Οι δρόμοι πασπαλισμένοι με λίγη από τη μαγεία των Χριστουγέννων. Πόσο θα ‘θελα να περπατούσα στο κέντρο μια τέτοια νύχτα. Να κοιτούσα τα αστέρια και σκόρπιζα ευχές!
* Οι κακές χρονιές δεν εξαρτώνται από τους εξωγενείς παράγοντες, αλλά από τη δική μας στάση απέναντι στα δεινά. Εσύ μου το έμαθες και αυτό.
* Αν αυτή η χρονιά, θέλεις να τινάξει από τους ώμους σου τα βάρη της προηγούμενης, να είσαι ευγνώμων και να της χαμογελάς.
* Είναι εδώ. Ξημέρωσε για σένα.
* Κάθε ανατολή είναι μια νέα αρχή.
* Εκμεταλλεύσου το!
* Μην ξεχνάς, στο τέλος όλα θα πάνε καλά.
* Σου εύχομαι το 2021 να είναι η χρονιά σου!
* Υ.Γ.: Μπορώ να σου πω κάτι τελευταίο; Έλα, πλησίασε. Δε θέλω να μας ακούσουν.
* Σε σκέφτομαι και σε αγαπώ – όπου κι αν βρίσκεσαι.