Δευτέρα 27 Ιουλίου 2020

Η Διάσωση της Ορχιδέας


           Ανέκαθεν μου άρεσαν οι ορχιδέες, όμως απέφευγα να αποκτήσω, καθότι είχα ακούσει ότι είναι ένα φυτό που έχει υψηλές απαιτήσεις σε ό,τι αφορά την φροντίδα και δύσκολα συντηρείται. Μύθος. Είναι ένα φυτό, όπως πολλά άλλα και συντηρείται ευκολότερα απ’ ό,τι νομίζουμε αρκεί να έχουμε επιλέξει ένα φυτό με εξ αρχής υγιές ριζικό σύστημα.
            Φυσικά, για να οδηγηθώ σε αυτό το συμπέρασμα και να καταρρίψω  έναν μύθο που χρόνια είχα αποθηκεύσει στο μυαλό μου, με βοήθησε μια μικρή λευκή ορχιδέα φαλαίνοψις.
            Στεκόταν στη βιτρίνα ενός ανθοπωλείου, μεταξύ δυο μεγαλύτερων. Με είδε να χαζεύω τα φυτά και κάτι μου ψιθύρισε.
«Δεν είναι δυνατόν.», σκέφτηκα, «Θα μου ‘χει ανέβει το σάκχαρο κι έχω παραισθήσεις.»
Έβγαλα από την τσάντα μου ένα μπουκάλι νερό μήπως ενυδατωθεί ο εγκέφαλος και κοίταξα ξανά στη βιτρίνα. Το γλαστράκι είχε μετακινηθεί πιο κοντά στο τζάμι. Πλησίασα το πρόσωπό μου, έστρεψα το κεφάλι ώστε το αφτί μου να μπορέσει να συλλάβει τα ηχοκύματα. Τίποτα. Προσπάθησα να διαβάσω τα μικροσκοπικά της χείλη που ανοιγόκλειναν. Εκλιπαρούσε για βοήθεια. Ήθελε να φύγει από ‘κει μέσα. Αφενός επειδή δεν τη φρόντιζαν σωστά και αφετέρου επειδή ήθελε κάπου να ανήκει και όχι να περιμένει στη σειρά αναζητώντας ένα αρμονικό σταθερό περιβάλλον.
            Μακάρι να ‘ξερα τι ήταν εκείνο που την έκανε να πιστεύει πως εγώ ήμουν ικανή να τη φροντίσω, όμως υπέκυψα. Μπήκα στο ανθοπωλείο, την επέλεξα και ζήτησα διάφορες συμβουλές για τη φροντίδα της. Μου είπαν να την ποτίζω κάθε δέκα μέρες, να την τοποθετήσω σε εσωτερικό και φωτεινό χώρο.
            Πήρα τη μικρή ορχιδέα και την αυτοπεποίθηση μου και κινήσαμε για το σπίτι. Την έβαλα δίπλα στο παράθυρο. Αισθητικά η θέση τής πήγαινε πολύ. Έβλεπε τους περαστικούς στο δρόμο και είχε πάντοτε παρέα, αφού το καθιστικό είναι το πιο πολυσύχναστο μέρος. Σιγά – σιγά παρατήρησα τα άνθη της να κιτρινίζουν και τα μπουμπούκια να μαραίνονται. Όχι δεν ήταν αυτή η συμφωνία που είχαμε κάνει. Δε θα ερχόταν στο σπίτι για να αργοπεθαίνει, αλλά για να ζήσει καλύτερα. Την κράτησα στα χέρια μου. Χάιδεψα τα φύλλα της και της υποσχέθηκα ότι θα επανορθώσω.
            Έψαξα πληροφορίες στο διαδίκτυο, παρακολούθησα βίντεο, έμαθα όλα όσα θα έπρεπε να γνωρίζω από την αρχή. Δεν ποτίζουμε την ορχιδέα με τον κλασικό τρόπο, αλλά με βύθιση. Δεν πρέπει να έχει απευθείας έκθεση στο φως, το ριζικό της σύστημα είναι οι δείκτες που μας εκφράζουν τις ανάγκες της και μας καθοδηγούν. Δε φύεται σε χώμα, αλλά είναι επίφυτο και αν ορισμένοι παραγωγοί βάζουν σφουγγάρι για να διατηρεί την υγρασία της, θα πρέπει να αντικαθίσταται από υπόστρωμα πεύκου, γιατί μπορεί να αγαπά την υγρασία, όμως πρέπει να στραγγίζεται σωστά. Άλλαξα θέση. Την τοποθέτησα πάνω στη βιβλιοθήκη. Να είναι ψηλά και σε περίοπτη θέση. Άρχισε να συνέρχεται και ήμουν τόσο αισιόδοξη ότι όλα θα πήγαιναν καλά.
Μια κυρία μού είχε πει ότι τα φυτά κάπως επικοινωνούν μεταξύ τους και το ένα συμπαραστέκεται στο άλλο και έτσι θεραπεύονται. Προστέθηκαν στην παρέα δυο ακόμα μικρές ορχιδέες· μια μωβ και μια λευκή – ροζ. Τοποθέτησα τα γλαστράκια στο ίδιο ράφι και τα λόγια της ηλικιωμένης κυρίας φάνηκε να είχαν μια δόση αλήθειας.
            Οι τρεις ορχιδέες όντως επικοινωνούσαν μεταξύ τους και κάπως συμπαραστέκονταν η μια στην άλλη. Το πρόβλημα ήταν ότι οι δυο καινούργιες της παρέας είχαν τόσο αυξημένο δείκτη συναισθηματικής νοημοσύνης που αντί να θεραπεύσουν τη μικρή τους φίλη, άρχισαν να καταρρέουν και οι ίδιες.
            Δοκίμασα να τις μεταφυτεύσω. Αφαίρεσα το υπόστρωμα, έκοψα με αποστειρωμένο ψαλίδι τις σάπιες ρίζες, ψέκασα με οξυζενέ ότι είχε απομείνει από το ριζικό σύστημα και τις φύτευσα σε υπόστρωμα πεύκου. Το χειρουργείο ολοκληρώθηκε επιτυχώς και περιμένουμε να δούμε πώς θα αντιδράσουν οι ασθενείς.
            Ίσως να ήταν μια κίνηση εγωιστική. Ίσως ενδιαφέροντος… ενδεχομένως να ήταν απλώς τύψεις, όμως αρνιόμουν να τις αφήσω να χαθούν αμαχητί.
Από τον ανθοπώλη ως κάποιους γνωστούς μου όλοι είχαν μια γνώμη για το τι είναι καλύτερο για τις ορχιδέες και τι θα έπρεπε να κάνω. Ακόμα και η άποψη πως δεν έπρεπε να τις είχα αγοράσει ακούστηκε. Είναι αξιοπερίεργο το πώς έχουμε όλοι μια άποψη για το τι είναι καλύτερο και πόσο καλά γνωρίζει τι χρειάζεται μια ορχιδέα, πότε είναι ευτυχισμένη, ενώ κανείς δεν είχε πάει στον ωτορινολαρυγγολόγο για να καθαρίσει τα αφτιά του, ώστε να μπορεί να ακούσει καθαρά αυτό που η ίδια η ορχιδέα έχει ανάγκη και που θα την κάνει πραγματικά ευτυχισμένη. Γεμίζουμε το μυαλό μας με εικασίες. Κρατάμε στα χέρια μας τις κλωστές και μπερδεύουμε τις μικρές τούτες ορχιδέες με μαριονέτες. Πράττουμε αναλόγως με τα δικά μας υποκειμενικά κριτήρια ευτυχίας και επιβίωσης – έχοντας πάντα την ψευδαίσθηση ότι το κάνουμε για το καλό τους – κι εκείνες αντί να είναι χαρούμενες, χάνουν ένα προς ένα τα άνθη τους, ζαρώνουν τα φύλλα τους, κιτρινίζουν, πέφτουν και σιγά – σιγά μαραζώνουν, γιατί κάποιος άλλος πίστεψε πως οι δικές του επιθυμίες είναι το μονοπάτι που θα οδηγήσει τις ίδιες στην ευφορία.





Κυριακή 12 Ιουλίου 2020

Η Τυραννία της Καφρίλας

            Αυτή η ταλαίπωρη Δημοκρατία μοιάζει σα μια λέξη, την έννοια της οποίας μάλλον αγνοούμε. Καμαρώνουμε για τους προγόνους μας και για τα φώτα που έδωσαν σε όλο τον κόσμο, όμως εμείς ακόμα ζούμε στον «σκοταδισμό». Ένα από τα βασικά γνωρίσματα της σύγχρονης μορφής της Δημοκρατίας, ναι μεν είναι να εκφέρουν όλοι άποψη, αλλά θα επικρατήσει η πλειοψηφία ή η πλειονότητα (όταν δεν τίθεται θέμα ψήφου). Στην καθημερινότητα, αρκετές φορές παρατηρώ ότι υπερισχύει η μειονότητα του τραμπουκισμού.
Ο κόσμος έχει δύναμη και σαφώς, ο λόγος του έχει ισχύ και ναι, πρέπει να ακουστεί, όμως αλήθεια πες μου, το κρίνεις απαραίτητο να εκφέρεις γνώμη για τα πάντα και τους πάντες; Παρατηρώ κάποιους που έχουν άποψη από το πώς καλλιεργείται η ντομάτα μέχρι για τις επενδύσεις που θα κάνει ο Σουλτάνος του Μπρουνέι. Ας μας ξεκαθαρίσουν τι είναι αυτοί οι άνθρωποι; Γεωπόνοι, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, χρηματιστές, τραπεζικοί, έμποροι, γιατροί, μάγειρες, αρχιτέκτονες, θεατρολόγοι, τραγουδιστές, μοντέλα; Τι επαγγέλλονται; Τι γνώσεις κατέχουν, ώστε να γνωρίζουν εις βάθος το εκάστοτε θέμα; Μήπως είναι η κριτική επιτροπή στο reality που ονομάζεται πλανήτης Γη; Καθένας μας μπορεί να εκφέρει μια γνώμη από τη δική του οπτική, αλλά εγώ αναφέρομαι σε εκείνους που θεωρούν τον εαυτό τους ειδικό στα πάντα. Ακόμα και στα επαγγέλματα, δεν κατέχουν όλοι τη γνώση που απαιτείται σε κάθε τομέα του συγκεκριμένου κλάδου.
Έχουν πιάσει, λοιπόν, τη Δημοκρατία (κυρίως, επειδή άκουσαν τη λέξη και τη λένε συνέχεια για να μην την ξεχάσουν) και όσο μπορούν την ταλαιπωρούν. Βεβαίως, Δημοκρατία έχουμε και βεβαίως, υπάρχει ελευθερία λόγου… ή μήπως αυτό ισχύει για συγκεκριμένη μερίδα κόσμου; Ρωτάω, επειδή ορισμένοι λένε ό,τι θέλουν σε βαθμό μηνύσιμο, όμως όταν κάποιος εκφέρει αντίθετη άποψη το υβρεολόγιο δεν έχει πάτο.
            Δεν αναφέρομαι καθόλου σε κόμματα και πολιτικές πεποιθήσεις. Επίσης, να ξέρεις ότι τα πολιτικά μου δικαιώματα δεν είναι στην Αττική και το ξεκαθαρίζω αυτό, για να μην ακούσω διάφορα σχόλια τύπου:
«Τι να περιμένει κανείς από σένα που ψηφίζεις Μπακογιάννη.»
Και τώρα που τα ξεκαθαρίσαμε όλα αυτά, θα ήθελα να μοιραστώ μερικές σκέψεις μου σχετικά με τα τελευταία γεγονότα.
Προσωπικά, μου αρέσει να περπατώ άλλοτε γιατί είναι η μόνη επιλογή που έχω για να φθάσω στον προορισμό μου και άλλοτε γιατί απολαμβάνω τους περιπάτους στην πόλη. Οι περισσότεροι που διαμαρτύρονται είναι οδηγοί και όλο αυτό που συμβαίνει τους ταλαιπωρεί και δεν δέχονται ότι δόθηκαν τόσα χρήματα για αυτό το έργο. Συμφωνώ εν μέρει. Ναι, θεωρώ ότι οι φοίνικες είναι κιτσερέλα στο κέντρο της Αθήνας, ναι συμφωνώ ότι το κλείσιμο ενός μεγάλου μέρους του δρόμου προκαλεί προβλήματα στην κυκλοφορία, αλλά από την άλλη, αναρωτιέμαι:
«Και αν όταν τελειώσει, είναι καλύτερο το αποτέλεσμα από ό,τι νομίζουμε;»
«Τώρα που εμποδίζεται η κυκλοφορία των αυτοκίνητων όλοι διαμαρτύρονται, όταν όμως έχει επιπτώσεις στους πεζούς, γιατί κανείς δεν ενδιαφέρεται;»
Στα πεζοδρόμια υπάρχουν σπασμένες πλάκες, μηχανάκια και αυτοκίνητα σταθμευμένα είτε ολόκληρα πάνω στο πεζοδρόμιο είτε κατά το ήμισυ, αρκετοί από αυτούς τους “επαναστάτες” κλείνουν και τις ράμπες πρόσβασης για ΑΜΕΑ, αλλά δεν είδα ποτέ κανέναν να διαμαρτύρεται τόσο έντονα, πέρα από κάποιους συλλόγους, γιατί η δικαιολογία πάντα είναι:
«Πού να το αφήσω; Έχω κάνει τόσους κύκλους να βρω πάρκινγκ.»
Σου είπα τα νέα; Δε μου καίγεται καρφί. Μπορώ να δικαιολογήσω κάποιες συμπεριφορές όσο δεν είναι παραβατικές εις βάρος των άλλων. Ακόμα και σε πεζόδρομο, ακόμα και σε στενά πολυσύχναστα δρομάκια, θα περάσει ένα αυτοκίνητο, γιατί ο οδηγός του βαριέται να περπατήσει λίγα μέτρα.
            Άσε, που έκαναν διαδήλωση στο κέντρο και κατέστρεψαν τις ζαρντινιέρες πετώντας τες κάτω και γράφοντας συνθήματα παντού ακόμα και στους φοίνικες και μετά κοκορευόντουσαν οι μάγκες του γαλάζιου πουλιού (σ.σ. twitter) ότι ‘κατέστρεψαν τις γλάστρες του Κοσιώνη’. Πώς γίνεται από τη μια να ισχυρίζεσαι ότι δόθηκαν χρήματα του λαού για αυτά τα εκτρώματα και από την άλλη να μην τα σέβεσαι και να τα καταστρέφεις; Συνήθως, αυτό που πληρώνουμε το προσέχουμε, γιατί τσούζει την τσέπη μας. Βεβαίως, υπάρχει και η θεωρία που λέει ότι από τη στιγμή που το έχω πληρώσει, του βάζω φωτιά και το καίω. Ναι, αλλά ξέρεις, φιλαράκι, δεν φορολογείσαι μόνο εσύ για οτιδήποτε κατασκευάζεται στην πόλη και δε νομίζω όλοι οι πολίτες να σε έχουν εξουσιοδοτήσει να πράξεις όπως εσύ νομίζεις. Εφόσον είσαι άκρως δημοκρατικός, πιστεύω πως το ξέρεις αυτό.
            Και μετά έχουμε τις διαδηλώσεις… Αυτό κι αν είναι αγαπημένο θέμα. Δεν έχω πρόβλημα με τις διαδηλώσεις, είναι συνταγματικό των πολιτών να διαδηλώνουν όταν δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους.  Έχω, όμως θέμα με την καφρίλα και τους επαγγελματίες διαδηλωτές. Είναι πολύ εύκολο να μιλάνε όλοι περί χούντας για το νέο νομοσχέδιο και αν συμβεί κάτι τέτοιο δε θα το δεχτούν. Είμαι σύμφωνη με εκείνους, μέχρι ενός σημείου, καθότι ως γνωστόν τα νομίσματα έχουν δυο όψεις.
            Για πολλά χρόνια δούλευα σε εταιρείες, οι οποίες στεγάζονταν στο κέντρο της Αθήνας. Κι όταν λέμε κέντρο, εννοούμε Σύνταγμα. Το Σύνταγμα ,λοιπόν, Δευτέρα – Τετάρτη – Παρασκευή ήταν κλειστό από τη μια παράταξη, Τρίτη – Πέμπτη – Σάββατο από την άλλη και Κυριακή το έκλεινε η επίσημη αλλαγή φρουράς, οπότε οι υπόλοιποι διαδηλωτές πήγαιναν για τσίπουρα. Και όταν λέμε πορείες, μιλάμε πορείες για τα πάντα, στις οποίες συμμετείχαν μόνο οι επαγγελματίες διαδηλωτές και όλοι οι υπόλοιποι δεν είχαμε ιδέα για ποιο λόγο ήταν κλειστοί οι δρόμοι. Και όλες αυτές οι πορείες, που καλούμασταν οι υπόλοιποι να σεβαστούμε, είχαν ως αποτέλεσμα να προκαλούν αγανάκτηση σε εμάς, αλλά δεν είχε σημασία πώς νιώθαμε, γιατί εκείνοι ήταν “επαναστάτες”. Και έχουν υπάρξει φορές, που ενώ είχα σχολάσει, δεν μπορούσα να πάω στο σπίτι μου, δεν μπορούσα καν να βγω από το κτήριο, γιατί υπήρχαν ομάδες ατόμων που έβρισκαν την ευκαιρία να πετάξουν από καδρόνια μέχρι μολότοφ και φοβόμουν για τη σωματική μου ακεραιότητα, σε περίπτωση που έκανα το λάθος να βγω έξω. Επίσης, όλοι όσοι δείχνουν υπερβάλλοντα ζήλο για τις διαδηλώσεις, να ξέρουν ότι αν διαδηλώνεις κάθε μέρα για ψύλλου πήδημα, όταν θα πρέπει να διαδηλώσεις για κάτι σημαντικό, δε θα συγκινήσει κανέναν και θα περάσει στα ψιλά γράμματα.
            Και ειλικρινά, δεν καταλαβαίνω σε ποια δημοκρατία αναφέρονται, όταν εμένα, που είμαι πολίτης αυτής της χώρας, με υποχρεώνουν να περπατάω σε μια πόλη, όπου ζουν ορισμένοι απολίτιστοι και δε σέβονται καν τα μνημεία, τα ιστορικά της κτήρια και γράφουν συνθήματα με το σπρέι, καίνε κάδους, σπάνε μάρμαρα σε πλατείες, βρίζουν περαστικούς, καταστρέφουν τα μέσα μαζικής μεταφοράς, πετάνε αντικείμενα και όποιον πάρει ο Χάρος και όλο αυτό το χαρακτηρίζουν αγώνα. Ακόμα και σε ένα παλιό αρχοντικό στη γειτονιά μου, χιλιόμετρα μακριά από το κέντρο, μέσα σε ένα σοκάκι, όπου διαμένει ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, ένα σπίτι πραγματικό στολίδι που με μια αναπαλαίωση θα φώτιζε το τετράγωνο, βρέθηκαν κάποιοι ψευτοπαλληκαράδες και το γέμισαν με μουτζούρες από σπρέι.
Σε ένα δημοκρατικό κόσμο, δεν έχουν αξία μόνο οι δικές τους φωνές. Έχουν αξία και οι φωνές των ανθρώπων που έχουν αγανακτήσει να βλέπουν μια χώρα να χαρακτηρίζεται από οπαδισμό και την ψυχολογία της μάζας που βρίσκει απαίδευτους εγκεφάλους, τους σπρώχνει σε παραβατικές πράξεις και εκείνοι νιώθουν σπουδαίοι: Ουγκ! Ουγκ! Ουγκ!
            Σε ποια δημοκρατία και σε ποιο πολιτισμό αναφερόμαστε, όταν κάνουν πλιάτσικο σε καταστήματα, καταστρέφουν περιουσίες, δήθεν ότι τα βάζουν με το κεφάλαιο, ενώ στην πραγματικότητα από το κεφάλαιο συντηρούνται και οι ίδιοι. Προσωπικά δεν ξέρω κάποιον που να μην έχει ανάγκη τα χρήματα για το βιοπορισμό του και φαντάζομαι οι γονείς τους δεν τους χαρτζιλικώνουν με φασόλια, αλλά με χρήματα που είτε κερδίζουν από την εργασία τους, είτε από τη σύνταξή τους. Καλώς ή κακώς, ο κόσμος κινείται με το χρήμα. Αν δεν τους αρέσει ας πάνε να ζήσουν σε ένα βουνό, σε μια βραχονησίδα και να καλλιεργούν την τροφή τους, να έχουν και μερικά ζώα για την πρωτεΐνη ή να αλιεύουν για τα Ω3 λιπαρά που χρειάζεται ο οργανισμός τους, να ζουν σε ένα σπήλαιο ή μια καλύβα χωρίς ανέσεις (όπως ο ηλεκτρισμός, η τηλεφωνία, η ύδρευση, το internet), διότι κοστίζουν. Και όπως λένε και στα εξωτερικά: “No money, no honey”.
 Θα είχε ενδιαφέρον αν είχαν τα κότσια, να ζητήσουν συγγνώμη για όλες τις φθορές που έχουν προκαλέσει και να καθαρίσουν την πόλη από τα αυτοκόλλητα ομάδων που είναι κολλημένα σε φανάρια και σήματα κυκλοφορίας, τις αφίσες, τα συνθήματα στους τοίχους όλων των κτηρίων, στα αγάλματα, τις μάντρες και όποιο άλλο σημείο έχει υποστεί ζημιές ή φθορά και να αρχίσουν να σέβονται όλους εμάς και το δικό μας δικαίωμα να θέλουμε να ζούμε σε μια χώρα καθαρή και κυρίως πολιτισμένη, παρόλο που είμαστε υποχρεωμένοι να ανεχόμαστε την τυραννία της καφρίλας που ζει στην πλάνη της ότι οι ρίζες της είναι δημοκρατικές.
Κι έπειτα ήρθε ο Ερντογάν, με την απόφαση του να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί. Δεν ξέρω αν έχει τη δικαιοδοσία να το κάνει, αυτό που σκέφτομαι – ως μη ειδήμων – είναι ότι η Αγία Σοφία είναι μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς και σύμβολο του Χριστιανισμού, οπότε θα έπρεπε να παραμείνει ως μνημείο.
Αρχίζουν να γράφουν διάφορα σχόλια, όπως το να απελάσουν τον Τούρκο πρόξενο, να κάνουν το σπίτι του Κεμάλ πορνείο, η Αρβελέρ δεν ξέρει τι της γίνεται και τα λοιπά. Παρόλο που βρίσκεται σε προχωρημένη ηλικία, δεν παύει να είναι μια διακεκριμένη βυζαντινολόγος και ιστορικός, η οποία σίγουρα έχει περισσότερη γνώση από κάποιον που θα διαβάσει περιστασιακά ένα βιβλίο ιστορίας ή από κάποιον που το μόνο γραπτό που διάβασε ήταν η ετικέτα πίσω από το μπουκάλι της χλωρίνης. Όμως, για στάσου. Δημοκρατία δεν έχουμε; Η κυρία Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ δεν έχει δικαίωμα να πει τη γνώμη της ακόμα κι αν δε συμφωνείς με αυτή;
Κατηγορούν τους Τούρκους ως βάρβαρους και ότι δε σέβονται τίποτα ούτε τα μνημεία ούτε τους άλλους πολιτισμούς και αναρωτιέμαι αν θεωρούμε τους εαυτούς μας ανώτερα, σε πολιτισμικό επίπεδο, όντα, γιατί μια βόλτα στο κέντρο της Αθήνας (να μην σε πάω μακριά και πληρώνεις και διόδια) άλλα δείχνει.
Η Τριλογία των Αθηνών, το Σύνταγμα, τα ιστορικά κτήρια της Πλάκας είναι μερικά από εκείνα που έχουν περάσει των παθών τους τον τάραχο από τα γκράφιτι και έχουν φθάσει στο σημείο να υψώσουν λαμαρίνες γύρω από το Πανεπιστήμιο και την Ακαδημία. Μόνο η Βιβλιοθήκη τους έχει γλιτώσει. Τώρα από σεβασμό είναι, από αδιαφορία, επειδή οι Βιβλιοθήκες δεν είναι στη μόδα; Κανείς δεν ξέρει. Τώρα θα μου πεις κάτι αρχιτέκτονες από τη Δανία τα έχτισαν. Ναι, η χρηματοδότηση, όμως έγινε από Έλληνες ευεργέτες, δηλαδή πλούσιους. Και αν όλοι αυτοί οι μάγκες με την κουκούλα, ήξεραν πώς σπούδαζε κάποιος εκείνη την εποχή, την αρχιτεκτονική και την ιστορία του κάθε μνημείου, ίσως να έβλεπαν με άλλο μάτι κάποια πράγματα. Ακόμα και το άγαλμα του Κωστή Παλαμά στην οδό Ακαδημίας βανδάλισαν. Αμφιβάλλω αν είχαν ιδέα ποιος ήταν. Το πιθανότερο θα ήταν να είδαν μάρμαρο, έναν γέρο λίγο γερμένο, σου λένε τον πήρε ο ύπνος ας του δώσουμε λίγη ζωντάνια γράφοντας από κάτω το σύνθημα που μας είπαν να παπαγαλίσουμε και για να τον τιμωρήσουμε που δεν ξυπνάει, ας του αφαιρέσουμε και ένα κομμάτι από το πρόσωπο.
Εχθές διάβαζα τα σχόλια ορισμένων, όταν κάποιον τόλμησε να αναφέρει ιστορικά γεγονότα σχετικά με τις θρησκείες και την επιρροή που ασκούν και του γράφουν ότι το τάδε γεγονός συνέβη 700 χρόνια πριν, το δείνα 1200 χρόνια πριν και δεν έχει τίποτα πρόσφατο να φέρει ως παράδειγμα και τον παροτρύνουν να ασχοληθεί καλύτερα με το ποδόσφαιρο. Και είναι οι ίδιοι που κοκορεύονται για την Αρχαία Ελλάδα, γιατί δεν έχουν τίποτα πρόσφατο να πουν, τα περισσότερα μουσεία δεν έχουν ιδέα ούτε πού βρίσκονται, ούτε τι εκθέτουν.
Εφόσον θέλουμε να συγκρίνουμε τη χώρα μας με την Τουρκία, θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να ξεκινήσουμε λίγο διαφορετικά. Όχι από το αποτέλεσμα, αλλά από τα δεδομένα που οδηγούν σε αυτό. Η Τουρκία έχει έναν τεράστιο πληθυσμό, συγκριτικά με την Ελλάδα, η πλειονότητα είναι άνθρωποι που δεν έχουν περάσει ούτε έξω από σχολείο και ενδεχομένως κάτι τέτοιο να συμφέρει και τους κυβερνόντες, γιατί ο άνθρωπος που δεν έχει γνώση εύκολα γίνεται υποχείριο. Το καθεστώς εκεί μόνο δημοκρατικό δεν είναι, είναι φανατισμένοι σε ό,τι αφορά τη θρησκεία και πολλές από τις αντιλήψεις είναι μεσαιωνικές.
Από την άλλη, εμείς ζούμε σε μια χώρα ελεύθερη, δημοκρατική, η πρόσβαση στη μόρφωση είναι ελεύθερη και, ευτυχώς, είτε τυπικά είτε άτυπα, υποχρεωτική. Η ιστορία μας τεράστια και για να διδασκόμαστε από τα λάθη και για να καλλιεργείται ο νους, η θρησκεία παραμένει ισχυρή – αν και στην πλειονότητα της δεν αποτελείται από φανατικούς οπαδούς –, όμως δεν έχουμε αποφασίσει προς τα πού γέρνει η ζυγαριά. Πάμε λίγο όπου μας πάει. Διαβάζω σχόλια όπου ισχυρίζονται ότι τα παράλια της Μικράς Ασίας είναι ελληνικά (ασχέτως αν με τους πολέμους και τις σφαγές πέρασαν σε τουρκικά χέρια) και σήμερα υπάρχουν Έλληνες που τους Έλληνες πρόσφυγες της Μικράς Ασίας τους αποκαλούν τουρκόσπορους. Μας πιάνει ο πόνος για την Αγία Σοφία, αλλά αν μπορούσαμε να φθάσουμε ως την Ακρόπολη, θα την είχαμε γεμίσει και αυτήν με γκράφιτι και συνθήματα. Εκφράζει κάποιος την άποψή του, δείχνει την αγάπη του για την Ελλάδα και αμέσως τον χαρακτηρίζουν φασίστα εθνικιστή. Συμβαίνει κάτι στην Ελλάδα: «Σε καμία άλλη χώρα του κόσμου δε θα γινόταν αυτό.»
Άραγε, σε πόσες διαφορετικές χώρες έχουν ζήσει (γιατί αλλιώς είναι να την επισκέπτεσαι ως τουρίστας και αλλιώς να μένεις μόνιμα) και έχουν άποψη για τον τρόπο διαβίωσης εκεί; Ακόμα και οι οπαδοί που μετά από κάθε αγώνα σπάνε ό,τι βρεθεί στο πέρασμά τους, όταν βρίσκονται εκτός συνόρων στέκονται αγγελούδια!
Αισθάνομαι πως ζούμε σε μια χώρα, όπου όλοι μας είμαστε μάγκες (πολιτικοί και πολίτες) στα πληκτρολόγια και έξω στην πραγματική ζωή, έχουμε έλλειψη ουσιαστικής αλληλεγγύης, μόρφωσης, παιδείας, πολιτισμού, σεβασμού, ευγένειας και επιτρέπουμε στην τυραννία της καφρίλας να χτυπάει το ντέφι κι εμείς να χορεύουμε.