Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2022

Για Ποιον Χτυπά Η Καρδιά;

             Τούτο το κρύο βράδυ καθώς περπατούσα στο Σύνταγμα, βρέθηκα μπροστά στο μόνο τέμπο που συγκινεί όλους τους ανθρώπους. Στο κόκκινο που μόλις αρχίζει να χτυπάει αισθανόμαστε να μας έχει χαριστεί ο κόσμος. Στο κόκκινο που προσπαθούμε με όλη μας τη δύναμη να το διατηρούμε ανθισμένο, έντονο και υγιές από φόβο μην ξεθωριάσει, από φόβο μήπως πάψει να ακολουθεί το ρυθμό και αρχίζει να φαλτσάρει μέχρι να ραγίσουν όλες οι νότες και να σπάσουν οι γραμμές που τις βαστούν. Τρέμουμε μήπως δεν προλάβουμε να ζήσουμε όσα ονειρευτήκαμε. Τρέμουμε μήπως δεν προλάβουμε να επανορθώσουμε για τα λάθη που πλήγωσαν. Τρέμουμε για όσα ίσως δεν προλάβουμε να χαρούμε, να γκρινιάξουμε, να αγχωθούμε και να γελάσουμε με την ανοησία, στην οποία πιστεύουμε πως και αύριο υπάρχει χρόνος. Το κόκκινο που φυλάσσουμε σα θησαυρό, γιατί δεν αντέχουμε να το χάσουμε.
            Τούτο το κρύο βράδυ καθώς περπατούσα στο Σύνταγμα, βρέθηκα μπροστά σε μια κατακόκκινη καρδιά που χτυπούσε, στο πλαίσιο μιας καμπάνιας, η οποία – αν δεν κάνω λάθος – αφορούσε την αιμοδοσία. Ένα καρδιοχτύπι για τους δίπλα, τους απέναντι, για σένα, για μένα… για όλους μας.
            Η καρδιά, στην πλειονότητα των περιπτώσεων συνυφασμένη με τον έρωτα, είναι από τις πρώτες ζωγραφιές που μαθαίνουμε να σχεδιάζουμε. Μεγαλώνοντας χάνουμε τον ρομαντισμό και όλα μας φαίνονται τόσο πεζά και μπανάλ!
            Μεγαλώσαμε και ξεχάσαμε ότι κάποτε μια κόκκινη καρδιά ζωγραφισμένη σε ένα φύλλο από το μπλοκ ζωγραφικής αποτελούσε το ιδανικό δώρο για εκφράσουμε ένα «σε ευχαριστώ», μια «συγγνώμη», ένα «μου λείπεις» και δεκάδες λόγους για ένα «σε αγαπάω». Δεν ξέραμε τότε τι σημαίνει έρωτας, όμως ξέραμε την αγάπη. Αγαπούσαμε και θέλαμε να το εκφράσουμε με έναν τρόπο απλοϊκό, αλλά ουσιαστικό.
Η κλεψύδρα έχει ήδη γυρίσει ανάποδα και μετράει αντίστροφα κι εμείς ακόμα βάζουμε μπροστά τον εγωισμό μας και ούτε λόγος για υποχώρηση. Όσες καρδιές έπρεπε να φθάσουν στους παραλήπτες τους, ξεγλίστρησαν μέσα από τα χέρια μας και έπεσαν κάτω και διαλύθηκαν σε δεκάδες κομμάτια.
Τούτο το κρύο βράδυ, στάθηκα μπροστά από την κατακόκκινη καρδιά που χτυπούσε χωρίς να την ακούει κανείς. Όλοι την προσπερνούσαν. Έτρεχαν στην πλησιέστερη προς τη ζεστασιά κατεύθυνση και κανείς δεν παρατήρησε ότι η ζεστασιά στεκόταν εκεί και τον περίμενε.    
            Αναρωτιόμουν αν είχα την ευκαιρία να δωρίσω αυτήν την καρδιά σε κάποιον, ποιος θα ήταν και τι μήνυμα θα ήταν γραμμένο στην κάρτα που θα τη συνόδευε;
            Αν εσύ είχες την ευκαιρία να δωρίσεις αυτήν την καρδιά σε κάποιον, ποιον θα επέλεγες και ποιο θα ήταν το μήνυμα που θα ήθελες να τη συνοδεύει;



Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2022

Η Άφιξη Του Ψάρακα

            Έμεναν μόλις λίγες ώρες πριν από την άφιξή του. Φόρεσες τα καλά σου (ή έστω τις καθαρές, μυρωδάτες, φρεσκοσιδερωμένες πιτζάμες) και έφτιαξες τα μαλλιά σου για να μην πετάνε σα φάλτσες νότες προς όλες τις κατευθύνσεις. Το μπουκάλι με το λευκό αφρώδες κρασί βρισκόταν ήδη στο τραπέζι δίπλα στο επιδόρπιο. Νωρίτερα είχες δειπνήσει. Είχες μαγειρέψει κόκορα με χοντρό μακαρόνι, σύμφωνα με τις παραδόσεις της ιδιαίτερης πατρίδας σου. Βεβαίως, μπορεί να το συνηθίζουν και σε άλλα μέρη της Ελλάδος, αλλά πού να το ξέρεις; Μήπως έχεις γιορτάσει κι αλλού την Πρωτοχρονιά; Ας τολμούσες να πεις πως θα λείψεις και άρχιζαν τα όργανα στο σπίτι. Αυτές οι άγιες μέρες είναι οικογενειακές και τα λοιπά και τα λοιπά… Και τι έκανε η οικογένεια; Βαριόντουσαν όλοι μαζί γύρω από το τραπέζι, περίμεναν να σημάνουν μεσάνυχτα για να αλλάξει η χρονιά, να ανταλλάξετε ευχές, να παίξετε και μια ξερή – έτσι για το έθιμο – και καληνύχτα σας.
            Αυτή την Πρωτοχρονιά, ετοίμασες το τραπέζι, απήλαυσες το βραδινό σου, έβαλες λίγη απαλή μουσική να παίζει και κάθισες αναπαυτικά στον καναπέ, υπό το φως των κεριών και των λαμπιονιών περιμένοντας τον Νέο. Όλα αυτά με τις πιτζάμες; Ναι, με τις πιτζάμες ή και με τις πιζάμες – αν το προτιμάς. Είπαμε· δεν είναι οι πιτζάμες οι πρόχειρες που τις φοράς όταν κοιμάσαι, όταν καθαρίζεις το σπίτι ή το μπαλκόνι, όταν βγαίνεις για να πετάξεις τα σκουπίδια, όταν πας στο συνοικιακό παντοπωλείο και, λόγω του κορωνοϊού που δεν βγαίνεις παρά μόνο αν είναι ανάγκη, οι πιτζάμες έχουν γίνει ένα με το δέρμα σου – τατουάζ. Εχθές, φόρεσες τις καλές σου, τις βαμβακερές, τις καινούργιες με την πολική αρκούδα που τις είχες μοσχοπλύνει και ήταν αφράτες και αρωματισμένες με λεβάντα.
            Σε λίγο θα έφθανε. Είχες βάλει το μπουκάλι με τον λευκό αφρώδη οίνο στο τραπέζι του σαλονιού, δυο ποτήρια και στη φοντανιέρα τα κεράσματα του πρέσβη και δίπλα η βασιλόπιτα. Σε ένα τεταρτάκι θα σου χτυπούσε το κουδούνι ο Νέος και μέχρι τότε αποφάσισες να αξιοποιήσεις το χρόνο σου, δημιουργώντας τη λίστα με όλα εκείνα που θα κάνεις τις επόμενες τριακόσιες εξήντα πέντε ημέρες και στο τέλος, έγραψες και μερικές υποσχέσεις από εκείνες τις κοινότοπες, γιατί με την πρωτοτυπία μια αλλεργία σε πιάνει:
* να χάσω τα περιττά κιλά
* να κόψω το κάπνισμα
* να αθλούμαι
και συνέχισες με τα «να» που από την στιγμή που ακουμπούσες το μολύβι στο χαρτί για να σχηματίσεις το πρώτο γράμμα, ήξερες ότι δε θα τα τηρήσεις. Εξάλλου, αν ψάξεις στο συρτάρι του γραφείου σου, θα βρεις τις λίστες που είχες γράψει τις παραμονές Πρωτοχρονιάς των τελευταίων δέκα χρόνων και θα παρατηρήσεις ότι εκτός από κάτι μικρές αλλαγές ως προς τις επιθυμίες, οι υποσχέσεις παραμένουν ίδιες και απαράλλακτες.
            Τι να κάνεις, όμως; Είναι ζωή αυτή που ζεις; Πού ελεύθερος χρόνος και πού να ξεσπάσεις τα νεύρα σου, πού να εκτονώσεις τα άγχη σου; Δε θα πιείς έναν καφέ; Έτσι ξεροσφύρι θα κατέβει; Δε θέλει και μια μικρή δόση νικοτίνης; Και πότε να πας στο γυμναστήριο, όταν τρέχεις όλη μέρα για τις υποχρεώσεις σου; Έχεις κι εσύ τα δίκια σου… και μια απάντηση για όλα, αλλά ελπίζεις. Τι να κάνεις; Η ελπίδα είναι που μας μένει στο τέλος.
            Δώδεκα παρά δυο. Αφήνεις στην άκρη το σημειωματάριο, ανοίγεις το κρασί, γεμίζεις τα ποτήρια και περιμένεις να χτυπήσει το κουδούνι.
            Δώδεκα παρά ένα. Σηκώνεσαι από τον καναπέ και πλησιάζεις προς την πόρτα. Αρχίζεις να μετράς αντίστροφα. Δέκα, εννέα, οκτώ, επτά, έξι, πέντε, τέσσερα, τρία… δύο… ένα! Άνοιξες την πόρτα και στεκόταν εκεί μπροστά σου. Νέος, όμορφος, δυνατός και… αμήχανος, σε αντίθεση με εσένα που τα μάτια σου έλαμπαν από τον ενθουσιασμό και τη χαρά, χαμήλωσε το βλέμμα και σου χαμογέλασε δειλά.
            Άνοιξες την πόρτα διάπλατα, μπήκε με το δεξί, άφησε την αποσκευή του στην είσοδο (λίγο μικρή για το μεγάλο διάστημα που θα μείνει, αλλά μάλλον θα τα έχει πλύνε – βάλε) και τον βοήθησες να βγάλει το παλτό του. Περάσατε στο σαλόνι, του προσέφερες λίγο κρασί και ένα από τα εδέσματα του πρέσβη για να τον γλυκάνεις. Εκείνος καθόταν μαζεμένος, περιεργαζόταν με το βλέμμα τον χώρο και έτρεμε σαν το ψάρι έξω από το νερό. Οι μεγάλες προσδοκίες σου τον είχαν αγχώσει, παρόλο που κι εκείνος δεν πήγαινε πίσω· σε γέμιζε ελπίδα. Μέχρι να ασπρίσουν τα μαλλιά του θα πορεύεστε μαζί. Είχε κάθε λόγο να σε γεμίζει αισιοδοξία και χαρά. Πώς θα περάσουν τριακόσιες εξήντα πέντε ημέρες αν σκέφτεσαι μόνο τη δυστυχία και τις συμφορές;
            Η αλήθεια είναι, όμως, ότι κι εσύ τον άρπαξες από τα μούτρα. Με το που καθίσατε και ανταλλάξατε ευχές, άρχισες να του διαβάζεις τη λίστα των επιθυμιών σου, άπλωσες το χάρτη, του πρόβαλες μια μικρή παρουσίαση που είχες ετοιμάσει… Δε σου πέρασε καν από το μυαλό ότι χρειαζόταν το χρόνο του για να προσαρμοστεί, να βρει τα πατήματά του, να σιγουρευτεί για τις ικανότητες του. Δε χαμπάριαζες! Νόμιζες πως ήσουν ο λοχαγός στο στράτευμα. Ο χρόνος ήταν πολύτιμος και έπρεπε να οργανώσετε το πλάνο για τους επόμενους δώδεκα μήνες. Του διάβαζες μια – μια τις επιθυμίες σου κι εκείνος δεν είχε προλάβει καν να ανοίξει τον εμπιστευτικό φάκελο που του είχε δώσει το αρχηγείο «Χρονολογίας», όπου αναγράφονται οι αποστολές που έχει να φέρει εις πέρας.
            Σε παρατηρούσε που ήσουν τόσο ενθουσιασμένη και με τον αέρα της νικήτριας και είχαν αρχίσει να ιδρώνουν τα χέρια του και να νιώθει πως ασφυκτιά, γιατί όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος, γιατί ακόμα δεν είχε ανοίξει τον φάκελο με τις αποστολές του. Εσύ μπορεί να ήθελες να ταξιδέψεις στο φεγγάρι τον Ιούνιο και μια από τις αποστολές του να ήταν να κηρύξει πτώχευση η N.A.S.A. τον Μάιο. Δύσκολο έως απίθανο να συμβεί κάτι τέτοιο, αλλά μήπως ήξερε και ο ίδιος τι του επιφυλάσσει το μέλλον για να σε βοηθήσει να χτίσεις το δικό σου; Ο Νέος βρισκόταν στο «Α» κι εσύ με την ταχύτητα που έτρεχες είχες φθάσει στο «Ω».
            Ο Νέος, ο στρατιώτης 2022, έχει να φέρει εις πέρας πολλές αποστολές που δεν θα σου τις αποκαλύψει. Οπότε, εσύ μικρή μου πιτζαμοηρωίδα, καλά θα κάνεις να ηρεμήσεις και να έχεις υπομονή.
Μια νέα αρχή, δε σημαίνει ότι θα διαγράψει όλα όσα έχεις ζήσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Σημαίνει ότι με τη γνώση και τη σοφία που έχουμε αποκτήσει, προχωράμε μπροστά. Έχουμε τόσα άγχη και υποχρεώσεις στην καθημερινότητα και δεν υπάρχει λόγος να ετοιμάζουμε λίστες με «θα» και «να» που μόνο θα μας καταπιέζουν και δεν πρόκειται να προσπαθήσουμε για την τήρησή τους περισσότερο από μια εβδομάδα.
Εξάλλου, η αποσκευή του Νέου μπορεί να σου φάνηκε μικρή, αλλά κρύβει μέσα της δώδεκα μικρά πακέτα και καθένα από αυτά θα ανοίγονται με τη σειρά όταν θα φθάνει η ώρα και ίσως, να περιέχουν δώρα που σου αρέσουν, ίσως να περιέχουν δώρα που χρειάζονται αλλαγή.
            Ας φέρει ό,τι θέλει αυτό το έτος και ας ελπίσουμε να φέρει ό,τι επιθυμούμε.
Κι αν είναι να τηρήσουμε μια υπόσχεση, ας είναι να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι και όλα τα άλλα θα έρθουν.
            Από τα βάθη της καρδιάς μου, σου εύχομαι αυτό το έτος είναι γεμάτο μαγικές στιγμές!