Κυριακή 5 Αυγούστου 2018

Σκηνοθετώντας τη Μαρουλίτα (ΙΙ)


           Ο Βελισάριος ξεφυσούσε με τα καμώματα της Μαρουλίτας, όμως αυτή τη φορά τα καπρίτσια της δε θα περνούσαν. Κλείδωσε το γραφείο και κάλεσε τον ανελκυστήρα. Όση ώρα περίμενε να ανέβει ο θάλαμος σκεφτόταν έντονα όσα θα ήθελε να της πει, χρησιμοποιώντας το λεξιλόγιο που θα επιθυμούσε, αλλά ουδέποτε τόλμησε να ξεστομίσει.
            Ο θάλαμος έφθασε. Άνοιξε την πόρτα και πάτησε το κουμπί του ισογείου. Βγήκε από την πολυκατοικία και η Μαρουλίτα στεκόταν μπροστά του:
«Τι περιμένεις;», τη ρώτησε.
«Τίποτα. Θαυμάζω την αρχιτεκτονική της γειτονιάς.»
«Έχεις δίκιο. Εξάλλου, το Χίλτον είναι το ξενοδοχείο με τα μεγαλύτερα οπίσθια, έτσι δε λένε; ‘Ολα τα κτήρια είναι τόσο ξεχωριστά που κρύβονται πίσω του για να μην τα ματιάζουν.»
Η Μαρουλίτα μειδίασε ειρωνικά:
«Εσύ από τώρα έκλεισες το γραφείο;»
            Άπλωσε το χέρι του, την κράτησε από τον καρπό και την οδήγησε στο αυτοκίνητό του. Σε όλη τη διαδρομή παρέμενε σιωπηλός. Η οδήγηση στην αθηναϊκή ριβιέρα ανέκαθεν τον βοηθούσε να κατευνάσει τον θυμό του.
            Σταμάτησε κοντά στην αγαπημένη του ταβέρνα.
«Εδώ θα φάμε;»
«Ναι, γιατί δεν είναι του επιπέδου σου;»
«Βελισάριε, διακρίνω έναν εκνευρισμό ή είναι ιδέα μου;»
«Ιδέα σου είναι. Πάμε.»
Κάθισαν στο μοναδικό τραπέζι που ήταν διαθέσιμο. Σε μια γωνία, κολλημένο στον τοίχο. Καθόλου ταιριαστό στην πληθωρική προσωπικότητα της Μαρουλίτας.  Ο Βελισάριος παρήγγειλε μερικούς μεζέδες που θα συνόδευαν το κρασί τους. Σερβίρισε πρώτα τη Μαρουλίτα, έπειτα γέμισε με κρασί το δικό του ποτήρι και κάρφωσε με το πιρούνι του ένα καλαμαράκι. Ο ήχος των τζιτζικιών πάνω στα αλμυρίκια, το αεράκι, η αύρα της θάλασσας, ο ήχος του λαδιού κάθε φορά που η μαγείρισσα έριχνε τις πατάτες μέσα στο τηγάνι, όλα συντελούσαν στη δημιουργία μιας χαλαρής ατμόσφαιρας χωρίς καμία διάθεση για συζητήσεις περί επαγγελματικών.
            Η Μαρουλίτα είχε ήδη μετανιώσει που έφυγε από το γραφείο του χωρίς καν να δεχτεί να συζητήσει μαζί του το ενδεχόμενο να παραστεί στην ακρόαση, αλλά ούτε ο εγωισμό της, ούτε η πορεία της στο χώρο τής επέτρεπαν να υποστεί αυτόν τον εξευτελισμό.
«Και αυτός ο Κετγκλάς έχει κάνει πολλές ταινίες; Εσύ τον έχεις ξανακούσει;»
«Ναι, ασχολείται κυρίως με ταινίες ιστορικού περιεχομένου και σχεδόν όλες είναι παραγωγές εκατομμυρίων. Γιατί ρωτάς; Εσύ δεν ήθελες να ακούς για εκείνον.», απάντησε μασουλώντας ακόμα ένα καλαμαράκι.
«Εσύ θεωρείς ότι με την έως τώρα πορεία μου δεν είναι υποτιμητικό να περάσω από οντισιόν;»
«Τουναντίον! Αυτό θα είναι μια ακόμα απόδειξη ότι δε διστάζεις να δοκιμαστείς και να τσαλακώσεις την εικόνα σου.»
«Κι αν με απορρίψει, θα θεωρηθώ ατάλαντη.»
«Αν σε απορρίψει δε σημαίνει τίποτα. Δεν του έκανες για το ρόλο και πάμε παρακάτω. Δεν είναι, όμως κρίμα να σκέφτεσαι αρνητικά, αντί να σκεφτείς πως μπορεί να του κάνεις και να ξεκινήσεις μια διεθνή καριέρα; Στο κάτω – κάτω, δες το σαν πρόκληση. Πάντως, αν ενδιαφέρεσαι, πρέπει να το ξέρω τώρα για να το κανονίσω.»
«Ωραία, ας το δοκιμάσουμε, παρόλο που το θεωρώ μεγάλο λάθος.»
«Λάθος θα είναι να μην μάθεις ποτέ τι θα συνέβαινε αν τα κατάφερνες.»
«Βελισάριε, δεν σε αντέχω όταν μιλάς σα να παπαγαλίζεις αποφθέγματα του Κοέλιο. Μια δουλειά είναι. Δε θα συμβεί κάτι το φοβερό. Ο κόσμος ήδη με ξέρει. Τέλος πάντων, έχω καιρό να παίξω στον κινηματογράφο… κανόνισέ το, λοιπόν.»
Ο Βελισάριος σήκωσε το ποτήρι του για να κάνει μια πρόποση για τα καλύτερα που έρχονται.

(συνεχίζεται…)




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου