Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020

Ένα Ακόμα Παιχνίδι Tetris

Ξημέρωσαν τα γενέθλια της. Μια ημέρα συνηθισμένη, όπως όλες οι άλλες. Ούτε τούρτα, ούτε μπαλόνια, ούτε μουσική, ούτε δώρα.
Δεν περίμενε κανέναν. Ο σύζυγός της και ο γυιός της βρίσκονταν στο εξοχικό, για να κάνει το παιδί μπάνια και ο άντρας της να φροντίσει το παραμελημένο τους μποστάνι. Ο Αύγουστος τους ξεμυάλιζε και ήταν δύσκολο να θυμηθούν γενέθλια, γιορτές, επετείους. Το Σαββατοκύριακο, όταν θα πήγαινε να τους δει, θα έσβηναν όλοι μαζί τα κεράκια που θα έκαιγαν πάνω από μια μικρή τούρτα, όμως εκείνη τη μέρα το τηλέφωνο δε χτύπησε ούτε μια φορά. Ούτε κατά λάθος, ούτε καν από κάποια εταιρεία κινητής τηλεφωνίας για την προώθηση κάποιου νέου προγράμματος. Τίποτα. Μια γενέθλια ημέρα. Μια νεκρή μέρα.
Η Μαίρη ήπιε μερικές γουλιές από τον, ξεχειλισμένο από το γάλα, καφέ της, φόρεσε το κίτρινο φουστάνι με τις λεπτές τιράντες για να αντέξει στη ζέστη και τα καινούργια σανδάλια που έκανε δώρο στον εαυτό της με τα γυαλιστερά, στο χρώμα του χαλκού, κορδόνια. Άλειψε την αντηλιακή στο πρόσωπό της, επέλεξε κι ένα ελαφρύ μακιγιάζ για να μην εμφανιστεί στο μαγαζί σαν το μωρό της Ρόζμαρι με τους μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια, και άλλη μια μέρα θα την έβρισκε στο συνοικιακό κατάστημα να πουλάει χύμα αρώματα.
Η δουλειά της μετά το πρώτο εξάμηνο έμοιαζε με δουλεία. Τόσα αρώματα, τόσοι σταθεροποιητές και διαλύτες είχαν εγκατασταθεί στα ρουθούνια της με το πέρασμα των χρόνων που είχε χάσει την όσφρησή της. Όλα τα αρώματα πλέον είχαν την ίδια μυρωδιά και αδυνατώντας να αποφασίσει ποια ήταν εκείνη που επικρατούσε, αποφάσισε ότι με όσα αρώματα και αν ήταν γεμάτες οι δεκάδες φιάλες που βρίσκονταν στερεωμένες στους τέσσερις τοίχους του καταστήματος, εκείνη μονίμως αναγνώριζε ένα και μοναδικό· το πατσουλί. Αν και στις αρχές, όταν η ιδιοκτήτρια του καταστήματος τής μάθαινε τα μυστικά του επαγγέλματος, της είχε μιλήσει για το περίφημο αυτό πατσουλί και της είχε εξηγήσει ότι προέρχεται από ένα φυτό, το οποίο ευδοκιμεί στην Ινδία και η κακή του φήμη οφείλεται στους χίπις που το έβαζαν σε μεγάλες ποσότητες κι έτσι καθιερώθηκε μέχρι σήμερα να είναι συνώνυμο της βαριάς μυρωδιάς. Ακόμα κι αν της ανέφερε μερικά από τα πολύ ακριβά αρώματα που το περιείχαν, η Μαίρη δεν άλλαζε γνώμη. Αυτή η μυρωδιά που της τρυπούσε τα ρουθούνια, είτε μύριζε μοσχαράκι κοκκινιστό, είτε κολόνια, η όσφρηση λάμβανε το ίδιο μήνυμα· πατσουλί.
Το μαγαζί μόλις είχε ανοίξει και δεν άργησε να φθάσει το φορτηγό με τις νέες παραλαβές. Το φθινόπωρο πλησίαζε και τα αρώματα άλλαζαν, οι εταιρείες συχνά έφερναν πιο νεανικά, καθημερινά ή άλλα βαριά και ιδιαίτερα, που μια σταγόνα έφθανε για να είναι το άτομο που θα το επέλεγε, τυλιγμένο με το πέπλο που θα το έκανε να αισθάνεται ερωτικό καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Ξεσκόνισε το ράφι για να μπουν τα νέα μπουκαλάκια σε σχήμα καρδιάς, παπιγιόν, γυναικείας σιλουέτας και διάφορα άλλα, που μολονότι η ίδια θεωρούσε κιτς, βρίσκονταν σε πλήρη αρμονία με το πατσουλί.
Τοποθετούσε τα μπουκαλάκια σε οριζόντια και κάθετη διάταξη με προσοχή ώστε να μην πέσουν, αλλά και να μην υπάρχουν μεγάλα κενά μεταξύ τους. Και όλο αυτό το στήσιμο τη γύρισε λίγο πίσω στο χρόνο, τότε που ήταν στη μόδα το Tetris, εκείνο το ηλεκτρονικό παιχνίδι που έπρεπε ο παίκτης να τοποθετήσει τα τουβλάκια με τέτοιο τρόπο ώστε να μην υπάρχουν κενά και να συμπληρώνεται η γραμμή. Το προσωπικό της ρεκόρ ήταν 69.980 βαθμοί. Μάταια προσπαθούσε να ξεπεράσει τους 70.000.
Όσο περνούσε σε υψηλότερο επίπεδο, τόσο ταχύτερα κινούνταν τα κομμάτια και έχανε τον έλεγχο.
            Η Μαίρη, που πια δεν ήταν εκείνο το κορίτσι, το οποίο έπαιζε με τις ώρες στον υπολογιστή και το μόνο της άγχος ήταν να σπάσει το προσωπικό της ρεκόρ, αλλά η γυναίκα που μόλις είχε κλείσει την τέταρτη δεκαετία της ζωής της και στεκόταν μπροστά από τα δεκάδες άδεια κακόγουστα μπουκαλάκια που περίμεναν να τα επιλέξουν οι πελάτες για να γεμίσουν με το άρωμα της αρεσκείας τους και, στα οποία έβλεπε τα δικά της κομμάτια που κάπως αλλιώς θα έπρεπε να είχε στήσει.
Στο προσωπικό της Tetris τα είχε όλα τοποθετημένα σε κουτάκια, στοιβαγμένα ομοιόμορφα. Ο άντρας της, το παιδί της, το σπίτι της, οι συγγενείς, η δουλειά, ακόμα και ο «διάολος της Τασμανίας», ένα μικρό αδέσποτο κουτάβι που βρέθηκε στο περιβόλι του εξοχικού και ήταν τόσο ζωηρό που το ονόμασε Ταζ. Ακόμα και ο Ταζ, λοιπόν, ήταν ένα από τα κομμάτια του δικού της Tetris.
Κάθισε για λίγο πάνω σε μια από τις κούτες. Έπιασε τα μαλλιά της έναν κότσο στερεώνοντας τα με το μολύβι της. Τα χέρια της ακουμπούσαν στα γόνατά της. Δεν τα όριζε. Έμοιαζαν με τα λιωμένα ρολόγια του Νταλί. Χυμένα πάνω στα πόδια της, σχεδόν παραδομένα. Κοίταξε τα μπουκάλια και τα κενά που σχηματίζονταν μεταξύ τους. Ένα τεράστιο ψέμα. Νόμιζε πως όλα ήταν τοποθετημένα αρμονικά, στοιβαγμένα με ψυχαναγκασμό και εν τέλει, όταν κράτησε την κατάλληλη απόσταση όλα ήταν πιο ξεκάθαρα.
Είδε όλα τα κενά που είχαν σχηματιστεί κι εκείνη τα θεωρούσε ασήμαντα. Ήταν οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες της, επειδή οι άλλοι ήξεραν καλύτερα, γιατί ήθελαν το καλό της, την νοιάζονταν και την αγαπούσαν. Σε εκείνο το βωμό της αγάπης και της προστασίας, η φωνή της Μαίρης, τα όνειρά της, όλα όσα θα την έκαναν ευτυχισμένη ήταν λεπτομέρειες που κανείς δε σεβάστηκε. Στεκόταν μπροστά από το δικό της, προσωπικό Tetris που το έβλεπε να τερματίζει άδοξα πριν καλά – καλά προλάβει να βάλει στη σωστή σειρά τα κομμάτια της, γιατί ο χρόνος περνούσε και οι ταχύτητες αυξάνονταν. Τα κομμάτια έπεφταν βροχή και δεν αργούσε η μέρα που η Μαίρη θα παραδεχόταν στον εαυτό της ότι το παιχνίδι τελείωσε.
            Θα ήθελε να μπορούσε να συλλέξει όλο εκείνον το θυμό που της προκάλεσε η συνταγή των άλλων – οι οποίοι πάντα ήθελαν να έχουν λόγο στη δική της ζωή, αλλά ουδέποτε επέτρεψαν σε κανέναν να ορίσει τη δική τους – και να τη μετατρέψει σε ενέργεια. Θα ήθελε να μπορούσε να πετάξει από πάνω της τη μπάλα που την κρατούσε δέσμια και την έκανε να νιώθει βαρυποινίτης και να μηδενίσει το σκορ. Να ξεκινήσει το παιχνίδι από την αρχή. Να θάψει όσα έχασε και να κρατήσει μόνο όσα πραγματικά χρειαζόταν. Να επέλεγε εκείνη τα κομμάτια της και όσο γρήγορα κι αν εμφανίζονταν νέα, να έβρισκε το χρόνο και την δεξιότητα να τα τοποθετήσει σωστά.
            Και τότε ίσως να ξεπερνούσε το προσωπικό της ρεκόρ.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου