Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

Τα πρωτοβρόχια

Πρωτοβρόχια. Τα πρωτοβρόχια πάντοτε θύμιζαν στη Μαριάννα εκείνη τη φιγούρα που καθόταν δίπλα στη τζαμαρία. Φορούσε τα γυαλιά οράσεως με το γκρι – διάφανο σκελετό και μια κόκκινη πινελιά στις άκρες. Ντυμένη με μια βαμβακερή φούστα, την ποδιά της, ένα πουκάμισο, ένα γιλεκάκι, από πάνω έριχνε μια ζακέτα για να σκεπάζει τους ώμους της και τα μαλλιά της πάντα πιασμένα κότσο. Το κορμί της δεν άντεχε καθόλου την υγρασία.
Εκείνη ήταν η αγαπημένη της γωνία του σπιτιού κι εκεί είχε επιλέξει να τοποθετήσει τη ραπτομηχανή της, γιατί είχε καλό φυσικό φωτισμό.
Περνούσε την κλωστή, ύστερα ίσιωνε το ύφασμα, το τοποθετούσε κάτω από τη βελόνα, με το δεξί χέρι γύριζε τη μικρή ρόδα που ήταν ενσωματωμένη στη μηχανή για να δώσει ώθηση στην τροχαλία και με την κίνηση του ποδιού πάνω στο πετάλι, ανεβοκατέβαινε το βελόνι. Δε σταματούσε να τεντώνει το ύφασμα κρατώντας τό σε σταθερή τροχιά για να περαστεί σωστά το γαζί.
Η Μαριάννα έβρισκε ενδιαφέρουσα τη διαδικασία και συχνά προσπαθούσε να τη μιμηθεί, αλλά δυστυχώς, τις περισσότερες φορές εκείνο που κατάφερνε ήταν να μπλέκει την κλωστή στη βελόνα και να κάνει ζημιά. Κι έπειτα, ερχόταν εκείνη και προσπαθούσε για αρκετή ώρα να ξεμπλέξει το νήμα χωρίς να σπάσει το βελόνι και να συνεχίσει την εργασία της. Όταν κουραζόταν έκανε ένα διάλειμμα για να απολαύσει ένα καφεδάκι – ελληνικό μέτριο.
Ήταν καταπληκτική μοδίστρα. Αρκετές φορές όταν εκείνη έραβε, η Μαριάννα καθόταν κοντά της χωρίς να ανταλλάξουν κουβέντα. Πότε κοιτούσε εκείνην που ήταν αφοσιωμένη στο ράψιμο και πότε τη βροχή που έπεφτε ασταμάτητα, ελπίζοντας να δει το ουράνιο τόξο να προβάλει μέσα από το άλσος που βρισκόταν απέναντι από το σπίτι τους.
Εκείνη η φιγούρα ήταν η γιαγιά της. Η λατρεμένη της γιαγιά που ήταν συνδεδεμένη με τα αρώματα και τις γεύσεις της παιδικής της ηλικίας. Το αγιόκλημα και το γλυκό κυδώνι. 
Λένε ότι οι άνθρωποι φεύγουν όταν τους ξεχνούν και όχι όταν σταματά η καρδιά τους να χτυπά. Η οικογένεια της μιλούσε συχνά για τη γιαγιά. Έτσι· χωρίς αφορμή. Έτσι· επειδή θα ήθελαν να ήταν ακόμα εκεί. Συχνά θυμούνταν στιγμές που έζησαν κοντά της, την αγαπούσαν πολύ και τους έλειπε περισσότερο. Η γιαγιά, όμως, έφυγε και πήρε μαζί της όλα τα ουράνια τόξα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου