Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Ταξίδι με ΚΤΕΛμπους Στη Σκιάθο [Μέρος ΙV]

           Εκείνο το πρωί μάς ξύπνησε η βροχή. Ήταν η μέρα που θα επισκεπτόμασταν τα μουσεία και αντί για αυτό στεκόμασταν σαν κουτάβια πίσω από την μπαλκονόπορτα και παρακολουθούσαμε τη βροχή που δεν είχε τελειωμό.
            Το μοτίβο επαναλαμβανόμενο σα μπουχάρα της Μοιραράκη: βροχή – παύση βροχής – βροχή – παύση βροχής – βροχή… και μας πήγε κατά αυτόν τον τρόπο ως το μεσημέρι. Όταν πια σταμάτησε για τα καλά, βγήκαμε διστακτικά από το δωμάτιο και περπατούσαμε στο δρόμο αργά λες και μπαίναμε στην παγωμένη θάλασσα (ξέρεις, πρώτα δακτυλάκι, μετά πατουσάκι, λίγο πιο μέσα ως το γόνατο να συνηθίσουμε τη θερμοκρασία, δυο βηματάκια ακόμα εκεί που φθάνει η στάθμη του νερού ως την κοιλιά και κάνεις μερικά επιτόπια μικρά πηδημάτακια – γιατί είναι επιστημονικώς αποδεδειγμένο ότι με αυτό τον τρόπο το νερό σκιάζεται και δε σε αγγίζει για να παγώσεις –, παίρνεις το χρόνο σου και βουτάς.).
      Πρώτη στάση το σπίτι του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Ανεβήκαμε την κουρασμένη από τα χρόνια και τους επισκέπτες, ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στην είσοδο του σπιτιού και κάθε σκαλοπάτι ψιθύριζε τα μυστικά της γειτονιάς, όμως κανείς δε νοιαζόταν να τα ακούσει, καθότι όλοι βιαζόμασταν να ανακαλύψουμε το εσωτερικό του σπιτιού και να ακούσουμε τους ψιθύρους των τοίχων του, να νιώσουμε την αύρα τού κάθε δωματίου.
       Περνώντας στο εσωτερικό του σπιτιού, θέλεις να παραμείνεις σιωπηλός και έχεις μια συστολή μην τυχόν και ενοχλήσεις. Πορτρέτα της οικογένειας κοσμούν τους τοίχους, το σπίτι λιτό και λειτουργικό και, ίσως, κάποιος να φανταζόταν ότι το σπίτι του συγγραφέα ενδεχομένως να είχε μια αίγλη, αλλά η λάμψη όλη βρισκόταν στην απλότητα του.
        Σε βιτρίνα προστατευμένα τα προσωπικά του αντικείμενα και στο χειμωνιάτικο δωμάτιο, το καθημερινό, το δωμάτιο με το τζάκι, δίπλα στο οποίο, ήταν τοποθετημένο ένα χαμηλό αυτοσχέδιο κρεβάτι που το λεπτό, στενό του στρώμα σχεδόν ακουμπούσε το πάτωμα, σε εκείνη τη ζεστή γωνιά του σπιτιού, ο συγγραφέας έκλεισε τα μάτια του με προορισμό την αιωνιότητα.
Βγαίνοντας κατεβήκαμε την πίσω σκάλα που οδηγούσε στην αποθήκη – κελλάρι, όπου σήμερα στεγάζεται το πωλητήριο με τα έργα του.
            Δε θα σου πω ψέματα. Βλέποντας την επιβλητική εξωτερική όψη του σπιτιού, περίμενα να δω ένα χώρο με βαριά σκαλιστά έπιπλα και μεγαλοπρέπεια. Εκείνο, όμως, που είδα ήταν ένα ταπεινό σπίτι, λιτό, όπως και οι ένοικοι του. Η διακόσμηση του σπιτιού «σιωπηλή» και ένιωσα πως τα γέλια και οι χαρές σε εκείνους τους τέσσερεις τοίχους ήταν κάτι σπάνιο. Πρέπει να επικρατούσε περισσότερο η μελαγχολία, η σιωπή και το ιδιαίτερο δέσιμο με το Θεό, και τη θρησκεία γενικότερα, λόγω ανατροφής και οικογενειακού περιβάλλοντος.
            Θα περίμενε κανείς πως οι νέοι δεν διαβάζουν έργα του Παπαδιαμάντη με τον ίδιο ζήλο που θα διάβαζαν κάποιον άλλο περισσότερο σύγχρονο σε αυτούς συγγραφέα, όμως στη Σκιάθο φαίνεται πως ο Παπαδιαμάντης είναι κομμάτι της ζωής τους και αυτό ήταν φανερό και στον τρόπο με τον οποίο μιλούσαν για τον ίδιο και τα έργα του, αλλά και για το γεγονός ότι κάπως είχαν εντάξει τους τίτλους αυτών στην καθημερινότητα χρησιμοποιώντας τους ως ονομασία στις επιχειρήσεις.
            Σίγουρα είναι ένα ιστορικό αξιοθέατο που δε γίνεται να βρεθεί κάποιος στη Σκιάθο και να μην το επισκεφθεί ακόμα και αν δεν διάβασε ποτέ τη Φόνισσα ή Τα Ρόδιν’ Ακρογιάλια…           
 [… συνεχίζεται…]



 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου