Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2018

Τα 2/4 του Swing

            Η πόρτα άνοιξε. Προσπαθούσε να σύρει τη βαλίτσα της μέσα στο διαμέρισμα. Ήταν αδύνατον. Μολονότι επέστρεψε με τα ίδια πράγματα με τα οποία έφυγε, η βαλίτσα της έκλεισε με δυσκολία και έγινε ασήκωτη. Την παράτησε στη μέση της εισόδου. Έβγαλε την κάπα της, κρέμασε το καπέλο στον καλόγερο, έβαλε ένα δίσκο να παίζει στο πικ – απ και υπό τους ρυθμούς του swing κατευθύνθηκε στην κουζίνα για να ετοιμάσει ένα κοκτέιλ.
            Το αλκοόλ τη χαλάρωνε έπειτα από κάθε ταξίδι πραγματικό ή μη, εντός ή εκτός.
            Το Παρίσι. Υπέροχο! Στολισμένος ο Πύργος του Άιφελ με δεκάδες φωτάκια που έλαμπαν σα μικρές δροσοσταλίδες που έρεαν μέσα στη νύχτα κι εκείνη τα κοιτούσε από το παράθυρο του δωματίου της.
Φθάνοντας στο πολυτελές ξενοδοχείο εξοργίστηκε διαπιστώνοντας πόσα χρήματα είχε πληρώσει και εκείνο δεν άξιζε ούτε τα μισά. Το δωμάτιο με τους κόκκινους τοίχους, τον άθλιο εξαερισμό, δίχως στεγνωτήρα μαλλιών, δίχως ψυγείο και ένα θρασύτατο αχθοφόρο, ο οποίος άνοιξε την πόρτα και πέρασε πριν από εκείνη δήθεν για να της ανοίξει τις κουρτίνες και να απολαύσει τη θέα στο Σηκουάνα. Ω, μα τι ξεπεσμός!
            Το Παρίσι. Υπέροχο! Στολισμένος ο Πύργος του Άιφελ με δεκάδες φωτάκια που έλαμπαν σα μικρές δροσοσταλίδες που έρεαν μέσα στη νύχτα κι εκείνη τα κοιτούσε από το παράθυρο του κόκκινου δωματίου, με τον άθλιο εξαερισμό και τον Ζαν να κοιμάται στα σεντόνια της.
Γνωρίστηκαν εκείνο το βράδυ σε ένα πάρτι ενός μπαρ. Η Μαρουλίτα κουνούσε δειλά το κορμί της στους ρυθμούς του swing, κοιτάζοντας τα ζευγάρια στην πίστα. Πόδια, χέρια κινούνταν ρυθμικά και τα κορμιά ασπόνδυλα εκμεταλλεύονταν όλο το χώρο για να εξωτερικεύσουν την ενέργεια, την πρόκληση, τη χαρά του κεφιού.
Ένιωσε ένα χέρι να αγγίζει απαλά τον καρπό της. Στάθηκε μπροστά της. Εκείνη άφησε το ποτό.
«Μαντάμ…», την προσκάλεσε με ένα χειροφίλημα.
            Στη μέθη του χορού, η Μαρουλίτα ένιωθε τα τύμπανα να χτυπούν μέσα της. Λαχανιασμένη, πλησίασε τον μπάρμαν, ζήτησε ένα ποτήρι νερό και έβγαλε ένα τσιγάρο. Δεν ήταν καπνίστρια, ούτε είχε σκοπό να καπνίσει. Της άρεσε μόνο να το κρατάει, γιατί ένιωθε ερωτική κρατώντας το σαν μια ντίβα στο Σικάγο της δεκαετίας του 1930. Ένα αντρικό χέρι πρόβαλε, της το πήρε και το πέταξε στο πάτωμα.
«Μαντάμ, απαγορεύεται το κάπνισμα στο Παρίσι.», της ψιθύρισε στο αφτί.
            Ο Ζαν ήρθε το τελευταίο βράδυ. Μάλλον, θα ήταν το αποχαιρετιστήριο δώρο της πόλεως για εκείνη. Θα ήταν προσβολή να το επιστρέψει. Τον παρέσυρε στο κόκκινο δωμάτιο της και χάρηκε το δώρο της δίχως αναστολές. Μέχρι εκείνο το βράδυ δεν είχε καταλάβει για ποιο λόγο την αποκαλούν «Πόλη του Φωτός». Κατέληξε στο ότι μάλλον οι εραστές εκεί μοιάζουν με εκείνον και τα βράδια ο ουρανός γεμίζει πυροτεχνήματα.
            Επιστροφή στην Αθήνα. Το σουβενίρ της παρέμεινε πίσω. Ίσως ακόμα να απολαμβάνει τον ύπνο του στο κόκκινο δωμάτιο, ίσως να τον έχουν πετάξει έξω. Ίσως ο Πύργος του Άιφελ να έσβησε, ίσως να μην τη θυμάται σήμερα.
            Η Μαρουλίτα, όμως είχε επιστρέψει για νέες περιπέτειες αρχίζοντας από τη σημαντικότερη· την εύρεση ενός εθελοντή που θα βάλει την αποσκευή μέσα στο διαμέρισμα. Στο κτήριο ζούσαν ηλικιωμένοι και ένας φοιτητής που ποτέ κανείς δεν είχε συναντήσει, πάρα μόνον ως όνομα στο κουδούνι. Δεν υπήρχε ελπίδα. Άνοιξε τη βαλίτσα και άρχισε να βγάζει από μέσα τα ρούχα, πηγαίνοντας τα στο καλάθι των απλύτων. Λίγα ακόμα και θα έφθανε στο επιθυμητό βάρος, ώστε να μπορέσει να τη σηκώσει και να κλείσει επιτέλους η πόρτα του διαμερίσματος.
            Επιστρέφοντας, αντίκρυσε απέναντί της το ηλικιωμένο ζευγάρι που ζούσε στο διπλανό διαμέρισμα. Ο άνδρας κρατούσε το κοντό, κόκκινο, από δαντέλα, νυχτικό της και η γυναίκα του είχε μείνει άφωνη. Η Μαρουλίτα το πήρε από τα χέρια του φιλώντας τον στο μάγουλο. Το κόκκινο κραγιόν άφησε το αποτύπωμα των χειλιών της. Το προσέφερε στη γυναίκα του:
«Σας το χαρίζω. Να το χαρείτε απόψε.», έβαλε την αποσκευή μέσα στο διαμέρισμα, τους έκλεισε το μάτι και έπειτα την πόρτα.
            Κάθισε στον καναπέ της πίνοντας μερικές γουλιές από το κοκτέιλ της, ακούγοντας swing και απολαμβάνοντας την ηρεμία της.

[Φωτογραφία: Πίνακας "Swing Time Dancing Feet" της Renee Schneider

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου