Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2018

Το τριαντάφυλλο πίσω από τον τοίχο

            Είχε ακουμπήσει την πλάτη της στον τοίχο. Εκείνο το κελί ήταν στενό, σκοτεινό… ασφυκτιούσε.
            Πλησίασε στα κάγκελα. Δεν έβλεπε κανέναν. Κάθισε στη γωνία σαν έμβρυο τρομαγμένο και το μόνο που ακουγόταν πού και πού από το διπλανό κελί ήταν βαριά βήματα. Εκείνος σιωπηλός, όμως εκείνη δεν άντεχε τη σιωπή.
«Κοιμάστε;»
Σιωπή.
«Με λένε Ρέα, εσάς;»
Σιωπή.
«Γιατί είστε εδώ;»
Σιωπή.
«Εμένα με έκλεισαν χωρίς να ξέρω το λόγο. Με καταδίκασαν – χωρίς να με καλέσουν στο δικαστήριο – και αποφάσισαν να με φυλακίσουν. Εσείς ήσασταν παρών… ή παρούσα – συγχωρήστε με, δεν ξέρω αν είστε άντρας ή γυναίκα. Βεβαίως, αν κρίνω από τα βήματα σας, μάλλον είστε άντρας. Λοιπόν, εσάς σας κάλεσαν στη δίκη σας;»
Σιωπή.
«Δε διέπραξα κανένα έγκλημα. Απλώς, αγαπούσα το Φαίδωνα. Τον αγαπώ ακόμα, δηλαδή. Ο Φαίδων, ξέρετε, είναι πολύ σημαντικός άνθρωπος. Όχι λόγω της κοινωνικής ή της επαγγελματικής του θέσεως. Όχι. Ο Φαίδων είναι σημαντικός, γιατί είναι μαγικός. Εσείς τον γνωρίζετε; Μα, τι ρωτάω; Από πού να τον γνωρίζετε.
            Ο Φαίδων κι εγώ γνωριστήκαμε πριν από χρόνια. Μας ένωσε κάτι μοιραίο. Το είδος της σχέσης που έχουμε είναι απροσδιόριστο. Δεν είναι συγγένεια, γιατί δεν έχουμε κοινή ρίζα. Δεν είναι φιλία, γιατί δεν κάνουμε όσα κάνουν οι φίλοι. Δεν είναι έρωτας, γιατί δεν είμαστε εραστές. Μάλλον, είναι κάτι εξωπραγματικό. Πέρα από όσα γνωρίζουν οι άνθρωποι. Λέτε για το λόγο αυτό να με καταδίκασαν; Είναι πολύ πιθανό. Ξέρετε, οι άνθρωποι ό,τι δεν έχουν ζήσει ή δεν κατανοούν, συνηθίζουν να το καταδικάζουν. Τραγικό. Τραγικό και παράλληλα, ανθρώπινο. Πώς να απαιτήσεις από κάποιον να καταλάβει κάτι που δεν ερμηνεύεται; Θα ήταν πράγματι παράλογο εκ μέρους μου να το τολμήσω. Εκείνοι, όμως γιατί το τόλμησαν; Εμένα, ξέρετε, μου λείπει ο Φαίδων.
Δεν μπορούσα να του θυμώσω. Ούτε καν τώρα. Είναι ανόητο να αναλωνόμαστε σε αρνητικά συναισθήματα. Δε λέω, ανθρώπινο είναι και αυτό, αλλά εξακολουθεί να είναι ανόητο.
Είναι στιγμές που κοιτάζω το ταβάνι και αναρωτιέμαι αν υπάρχει κανείς εκεί ψηλά που να μπορεί να αποδώσει δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη. Ωραία λέξη, ωραία έννοια… για το λεξικό, γιατί κατά τ’ άλλα το δίκαιο είναι με το μέρος εκείνου που πληρώνει.
Θα μπορούσα σήμερα να μην βρισκόμουν εδώ. Κι εσείς το ίδιο. Θα μπορούσαμε να τα λέγαμε σε ένα καφέ κάπου στο κέντρο της πόλεως σαν παλαιοί γνώριμοι. Τώρα ξερνάω τα σωθικά μου σε έναν τοίχο. Το πρόσωπό σας μού είναι άγνωστο. Ίσως έπειτα από χρόνια να βρεθούμε τυχαία σε ένα πάρκο. Να καθίσουμε στο ίδιο παγκάκι, να ανταλλάξουμε μια καλημέρα κι εσείς να με αναγνωρίσετε από τη φωνή μου και ίσως να μου χαμογελάσετε σαρκαστικά, να με χλευάσετε. Εγώ, από την άλλη, θα αγνοώ το λόγο για τον οποίο με αντιμετωπίζετε έτσι και θα προτιμήσω να φύγω. Η πρώτη μου σκέψη θα είναι να καλέσω το Φαίδωνα, να μοιραστώ μαζί του το υποτιμητικό συναίσθημα που ένιωσα στη συνάντηση μας και ο Φαίδων δε θα μου απαντάει, γιατί ίσως να θέλει να προστατευτεί από μένα.
Να δείτε που θα τσιγκουνεύτηκαν τα χρήματα για το δικηγόρο. Θα με υπερασπίστηκε κάποιος φοιτητάκος της Νομικής. Φουσκωμένος σα γαλοπούλα από εκείνες που η ζωή τους χαρίστηκε και βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τους ανθρώπους. Αλήθεια, υπήρχε δικηγόρος υπεράσπισης; Ούτε αυτό έμαθα.
            Συχνά υπέφερα από ταλαντώσεις και ο Φαίδων ήταν πάντα δίπλα μου για να με βοηθήσει να ισορροπήσω. Άλλοτε πνιγόμουν και ο Φαίδων μού μάθαινε κολύμπι για να κρατιέμαι στην επιφάνεια και να καταφέρω να βγω στην ακτή. Άλλοτε πάλι, παραμέναμε σιωπηλοί και οι δυο, όμως ακούγαμε ο ένας τη φωνή του άλλου. Δεν μπορούσα να του κρυφτώ, ούτε καν όταν δε με έβλεπε. Μας ενώνει κάτι ιδιαίτερο και γι’ αυτό το ιδιαίτερο έπρεπε να με φυλακίσουν. Είναι ποινικό αδίκημα να αγαπάς κάποιον δίχως τίποτα να προσμένεις;»
            Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο εμφανίστηκε στα κάγκελα. Η Ρέα σηκώθηκε. Πλησίασε, άπλωσε το χέρι της για να το πάρει.
«Απλώς μας φυλάκισαν. Χωρίς να έχει προηγηθεί καμία δίκη.», της απάντησε ο Φαίδων από το διπλανό κελί.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου